Η Τέταρτη Οικουμενική Σύνοδος


Ο λεγόμενος «διάλογος» με τους Αντιχαλκηδόνιους, δηλαδή τους Χριστιανούς εκείνους που δεν δέχονται την Δ΄Οικουμενική Σύνοδο (που συνήλθε στην Χαλκηδόνα), φέρνει στο προσκήνιο και καθιστά επίκαιρα τα γεγονότα και κυρίως την Δογματική Θεολογία αυτής της Συνόδου. Έχουν διατυπωθεί από στόματα ορθοδόξων θεολόγων ότι οι Πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν εδογμάτισαν καλώς και άδικα κατεδίκασαν τον Ευτυχή και τον Διόσκορο· άλλοι λένε πως οι αντιχαλκηδόνιοι πιστεύουν ακριβώς ό,τι και οι Ορθόδοξοι, μόνο που διατυπώνουν με διαφορετικό τρόπο τα ίδια νοήματα· προτείνουν μάλιστα και άμεση ένωση μαζί τους, ως αποκατάσταση της «αδικίας» και της αποσχίσεώς τους επί τόσους αιώνες από το σώμα της Αγιωτάτης μας Εκκλησίας. Προσευχόμαστε βέβαια πάντοτε στον Κύριο «υπέρ της των πάντων ενώσεως», και οπωσδήποτε επιθυμούμε την ένωση με τους αδελφούς μας αντιχαλκηδονίους (Κόπτες ή Μονοφυσίτες της Αιγύπτου κλπ), από τη στιγμή όμως που θα αποδεχθούν ακαινοτόμητο και απαράλλακτη την Ορθόδοξη Θεολογία στο σύνολό της, και όχι ύστερα από υποχωρήσεις και αναθεωρήσεις των δογμάτων που μας παρέδωσαν οι Αγιώτατοι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ας δούμε όμως τα πράγματα με την σειρά:

Ο Ευτυχής
Μπορούμε να πούμε πως ο Μονοφυσιτισμός αποτελεί τον αντίποδα του Νεστοριανισμού, που κατεδίκασε η Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Ο Ευτυχής, κύριος εκπρόσωπος και πατέρας του μονοφυσιτισμού, ήταν αρχιμανδρίτης, δηλαδή ηγούμενος κάποιας μονής στην Κωνσταντινούπολη. Δίδασκε ότι στον Χριστό δεν υπάρχουν πλέον μετά την ενανθρώπηση δύο φύσεις, αλλά μόνο μία, η Θεία, που προήλθε ουσιαστικά μετά από την σύγκραση των δύο φύσεων. «Ομολογώ», έλεγε, «εκ δύο φύσεων γεγενήσθαι τον Κύριον ημών προ της ενώσεως, μετά δε την ένωσιν μίαν φύσιν ομολογώ». Η διατύπωση είναι σαφής: μετά την ένωση, η ανθρώπινη φύση αλλοιώνεται και έτσι έχουμε μόνο μία φύση, την Θεία.
Πρώτη η Ενδημούσα Σύνοδος της Κων/λεως με πρόεδρο τον πατριάρχη Φλαβιανό κατεδίκασε το 448 τον Ευτυχή και την διδασκαλία του.
Ο Τόμος του Λέοντος και η Ληστρική σύνοδος
Αμέσως μετά την καταδίκη του ο Ευτυχής έκανε έκκληση στον Ρώμης Λέοντα, ζητώντας την δικαίωσή του. Ο Λέοντας, αφού ζήτησε και έλαβε επαρκείς πληροφορίες από τον Φλαβιανό, αναγνώρισε την καταδίκη του Ευτυχούς με μια επιστολή του που είναι γνωστή ως «Τόμος του Λέοντος», το περιεχόμενο της οποίας μπορεί να συνοψισθεί στη φράση: ‘δύο φύσεις και ουσίες σε ένα πρόσωπο’ (duae naturae et substantiae in unam personam).
Το 449 ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος Β΄ συγκάλεσε οικουμενική σύνοδο στην Έφεσο, όπου προήδρευσε ο Διόσκορος Αλεξανδρείας, με σκοπό την αθώωση του Ευτυχούς και την καταδίκη του Φλαβιανού. Η ελλιπής εκπροσώπηση των Επισκόπων, αλλά κυρίως το πρωτοφανές τρομοκρατικό κλίμα που επεκράτησε και τα μοναδικά στην εκκλησιαστική ιστορία έκτροπα που διαδραματίστηκαν, έκαναν την σύνοδο αυτή μη αποδεκτή από το πλήρωμα της Εκκλησίας και της επέδωσαν τον χαρακτηρισμό ‘Ληστρική’.
Η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος
Το 451 ο νέος αυτοκράτορας Μαρκιανός συγκάλεσε την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Χαλκηδόνα, την πόλη που βρίσκεται στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη, με σκοπό την αντιμετώπιση της μονοφυσιτικής αιρέσεως. Έτσι καθαιρέθηκε ο Ευτυχής, ο Διόσκορος και οι υπόλοιποι πρωτεργάτες της Ληστρικής συνόδου, και διατυπώθηκε ο περίφημος Όρος της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου:
«Επόμενοι τοίνυν τοις Αγίοις Πατράσιν, ένα και τον αυτόν ομολογείν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν, τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι, Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος, ομοούσιον τω Πατρί κατά την Θεότητα και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότητα, κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας· προ αιώνων μεν εκ του Πατρός γεννηθέντα κατά την Θεότητα, επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν δι’ ημάς και διά την ημετέραν σωτηρίαν εκ Μαρίας της παρθένου της Θεοτόκου κατά την ανθρωπότητα, ένα και τον αυτόν Χριστόν, υιόν, κύριον, μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωριζόμενον, ουδαμού της των φύσεων διαφοράς ανηρημένης διά την ένωσιν, σωζομένης δε μάλλον της ιδιότητος εκατέρας φύσεως και εις εν πρόσωπον και μίαν υπόστασιν συντρεχούσης, ουκ εις δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον, αλλ’ ένα και τον αυτόν υιόν μονογενή, Θεόν Λόγον, Κύριον Ιησούν Χριστόν, καθάπερ άνωθεν οι προφήται περί αυτού και αυτός ημάς Ιησούς Χριστός εξεπαίδευσε και το των πατέρων ημίν παρέδωκε Σύμβολον».
Συμπερασματικά
Με τον Όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου διαχωρίζεται σαφώς η Ορθόδοξη Πίστη και από την κακοδοξία του Νεστόριου, και από την αίρεση του Μονοφυσιτισμού. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ταυτόχρονα τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, χωρίς να αλλοιώνεται κάποια από τις δύο φύσεις ή να διαιρείται το ένα πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού.
Αυτή τη δογματική αλήθεια δεν δέχτηκε η μερίδα των Μονοφυσιτών, απέρριψε την εν Χαλκηδόνι Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο και αποσχίστηκε από το σώμα της μίας, Καθολικής Εκκλησίας. Σήμερα οι Αντιχαλκηδόνιοι, που σημειωτέον δεν δέχονται ούτε τις επόμενες Ε΄, Στ΄, Πενθέκτη και Ζ΄ Οικουμενικές Συνόδους, ζητούν την ένωση· και κάποιοι δικοί μας Ορθόδοξοι θεολόγοι και κληρικοί ελαχιστοποιούν τις διαφορές, φθάνουν μάλιστα και στο σημείο να θεωρούν τους αντιχαλκηδόνιους απολύτως ορθόδοξους. Υπάρχουν όμως – δόξα τω Θεώ - και οι αντίθετες φωνές, προερχόμενες κυρίως από στόματα και πένες φωτισμένων κατά Θεόν ανθρώπων που ασκούνται στον ευλογημένο Άθωνα, που με γνώμονα την Πατερική Θεολογία διατυπώνουν εν ταπεινώσει την γνώμη τους ή, μάλλον, την απ’ αιώνων Ορθόδοξη διδασκαλία.
Αυτό που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνούμε είναι ότι η Ορθοδοξία πάντοτε έτρεφε και τρέφει αισθήματα συμπαθείας και αγάπης προς τους πλανεμένους αδελφούς, δέχεται όμως στους κόλπους της όσους ασπάζονται πλήρως και ανεπιφύλακτα τη Δογματική της διδασκαλία, όπως μας παρεδόθη μέσα από τις Οικουμενικές Συνόδους. Η οποιαδήποτε λοιπόν προσέγγιση και τοποθέτηση, είτε υπέρ είτε κατά της ενώσεώς μας με τους Αντιχαλκηδονίους (και όχι μόνον) θα πρέπει να πραγματοποιείται εν αγάπη, χωρίς εγωισμούς, προκαταλήψεις και μισαλλοδοξίες, αλλά και εν αληθεία, χωρίς να νοθεύεται ή να υποβαθμίζεται η ορθόδοξη Παράδοση και διδασκαλία.
(1999)

1 σχόλιο:

  1. Ανώνυμος8/2/16 20:39

    τι όμορφο κείμενο καλογραμμένο. Σας ευχαριστούμε πάτερ

    ΑπάντησηΔιαγραφή