Εἰσαγωγή στήν ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή



 (Ὁμιλία στόν ἱερό μητροπολιτικό ναό Ἁγίας Τριάδος Μύρινας Λήμνου, κατά τόν Κατανυκτικό Ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, 26.2.2023)



«Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι, ταχὺ ἐπάκουσόν μου. πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καὶ λύτρωσαι αὐτήν»1.

Αὐτόν τόν στίχο τοῦ Ψαλτηρίου, Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί ἀδελφοί χριστιανοί, τούτη τήν προσευχή καί ἱκεσία ἀπευθύναμε πρό ὀλίγου πρός τόν Κύριο καί Θεό μας, τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, μιμούμενοι τήν ταπείνωση του Τελώνη καί ἐκζητοῦντες τό ἔλεός του καί τήν ἄπειρο φιλανθρωπία του. Παρακαλοῦμε νά μήν ἀποστρέψει τό πρόσωπό του ἀπό τά παιδιά του· ἡ φράση, βεβαίως, εἶναι μεταφορική, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα καί δέν ἔχει ἀνθρώπινη μορφή· ἐν τούτοις, ἀπεστράφη ὁ Θεός τόν Ἀδάμ, ἐξ αἰτίας τῆς παραβάσεως, ἀποξενώθηκε ἀπό τόν ἄνθρωπο ἤ μᾶλλον ὁ ἄνθρωπος ἀποξενώθηκε ἀπό τόν Θεό, ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ὁποία μᾶς ὑποδουλώνει καί μᾶς συνθλίβει, γι’ αὐτό καί μέ συντριβή συνεχίζουμε νά τόν παρακαλοῦμε, νά μᾶς ἀκούσει γρήγορα καί νά λυτρώσει τήν ψυχή μας ἀπό τόν θάνατο, στόν ὁποῖο ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔχει καταδικάσει.