Η Τρίτη Οικουμενική Σύνοδος

Οι Θεολογικές τάσεις
Με την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο έκλεισε ο κύκλος των θεολογικών συζητήσεων περί της Αγίας Τριάδος και αποσαφηνίστηκε η φύση, η ουσία και ο σωτήριος ρόλος των προσώπων που την απαρτίζουν. Ο Άρειος, όπως είδαμε, πίστευε πως ο Χριστός είναι ένα κράμμα που αποτελείται από τον κτιστό Υιό και Λόγο του Θεού και από το ορατό υλικό σαρκικό σώμα. Οι Πατέρες βέβαια στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο κατέδειξαν την Θεότητα του Υιού και την ένωσή Του με την ανθρώπινη φύση ως ψυχοσωματική οντότητα. Ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Για την εξήγηση όμως των ανθρωπίνων ιδιοτήτων του Χριστού, δηλαδή ότι πείνασε, δίψασε, ταράχτηκε, λυπήθηκε, χάρηκε κλπ, ακολουθήθηκαν δύο τάσεις, δημιουργώντας παράλληλα και δύο σχολές-παραδόσεις. Η μία απέδιδε όλες τις ανθρώπινες ιδιότητες του Χριστού στην ανθρώπινη φύση του («άνθρωπος») και όλες τις θεϊκές στην Θεία φύση του («Λόγος»), δίνοντας έτσι εξαιρετική έμφαση στη δυαδικότητα των φύσεών του. Η άλλη, απέδιδε όλες τις ιδιότητες του Χριστού στον Λόγο (ως πρόσωπο), θεωρώντας τις ανθρώπινες ιδιότητές του ως χαρακτηριστικές της ανθρώπινης φύσης του («σάρξ») και όλες τις θεϊκές της Θείας φύσης του, δίνοντας έτσι εξαιρετική έμφαση στην ενότητα του προσώπου του. Και οι δύο ερμηνείες («Λόγος –άνθρωπος» και «Λόγος –σάρξ», όπως αντίστοιχα αποκαλούνται στην Θεολογία) εξέφρασαν ορθά την ορθόδοξη θέση, κάτω όμως από εσφαλμένες προϋποθέσεις οδήγησαν σε αιρετικές διδασκαλίες.

Ο Νεστόριος
Ο Νεστόριος, διακεκριμένος εκκλησιαστικός ρήτορας και συγγραφέας, το 428 έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ως προς την Χριστολογία του ακολουθούσε το σχήμα «Λόγος- άνθρωπος». Η δυαδικότητα των φύσεων του Χριστού όμως τον οδήγησε στην θεωρία ότι οι δύο φύσεις δεν ενώθηκαν πραγματικά, καθ’ υπόστασιν, αλλά ήλθαν σε συνάφεια, σε ηθική ένωση. Έτσι ο Χριστός δεν είναι ο Θεός Λόγος, αλλά «μήνυμα των δύο φύσεων», αυτό δηλαδή που προήλθε μετά την ηθική ένωση της Θεϊκής και της ανθρώπινης φύσης. Ο Νεστόριος άλλωστε δεν μπορούσε να παραδεχθεί τον χαρακτηρισμό της Παναγίας ως Θεοτόκου, διότι, κατ’ αυτόν, δεν μπορεί ο άνθρωπος να γεννήσει τον Θεό και αν δεχθούμε τον όρο Θεοτόκος κινδυνεύουμε να θεωρήσουμε ότι η Παρθένος Μαρία είναι «Θεά». Έλεγε χαρακτηριστικά: «ου καθ’ εαυτό Θεός το πλασθέν επί μήτρας, ου καθ’ εαυτό Θεός το κτισθέν υπό Πνεύματος, ου καθ’ εαυτό Θεός το ταφέν επί μνήματος.»
Τα γεγονότα
Μια σειρά ομιλιών του Νεστορίου, όπου απέρριπτε τον όρο «Θεοτόκος» και πρότεινε αντί αυτού τον όρο «Χριστοτόκος», όπως βέβαια ο ίδιος τον αντιλαμβάνονταν, ήταν η απαρχή της νεστοριανής έριδας. Πρώτος αντέδρασε ο αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος. Το 429 στέλνει επιστολή «προς τους εν Αιγύπτω μοναχούς», που είχαν θορυβηθεί με τις νέες αυτές δοξασίες, ανατρέποντας την διδασκαλία του Νεστορίου και δίνοντας την σωστή ερμηνεία στον όρο «Θεοτόκος». Με επιστολές του προς τον Νεστόριο, το 429 και 430, προσπαθεί να τον κάνει να καταλάβει την πλάνη του. Μάταια όμως. Έτσι το 430 δύο τοπικές σύνοδοι, στην Ρώμη και την Αλεξάνδρεια, κατεδίκασαν τη διδασκαλία του Νεστορίου. Το 431 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Β΄ συγκάλεσε στην Έφεσο την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία κατεδίκασε τη διδασκαλία του Νεστορίου, τον καθήρεσε και τον αφόρισε. Μια διαφωνία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και του Ιωάννη Αντιοχείας, ο οποίος έκλινε προ τον νεστοριανισμό, οδήγησε σε όξυνση των πραγμάτων και αφορισμό του Ιωάννη και των οπαδών του. Τελικά όμως επετεύχθη συμφωνία, και το κείμενο που συνυπέγραψαν οι δύο εκκλησιαστικοί Πατέρες, γνωστό και ως «Έκθεση Πίστεως των Διαλλαγών» αποτέλεσε και τον δογματικό όρο της Συνόδου, που εκφράζει συνοπτικά την Ορθόδοξη διδασκαλία.
Η «Έκθεση Πίστεως των Διαλλαγών»
«…. Ομολογούμεν τοιγαρούν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, Θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον εκ ψυχής λογικής και σώματοςû προ αιώνων μεν εκ του Πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα, επ’ εσχάτων δε των ημερών τον αυτόν δι’ ημάς και δια την ημετέραν σωτηρίαν εκ Μαρίας της παρθένου κατά την ανθρωπότηταû ομοούσιον τω Πατρί τον αυτόν κατά την θεότητα, και ομοούσιον ημίν κατά την ανθρωπότηταû δύο γαρ φύσεων ένωσις γέγονεû δι’ ό ένα Χριστόν, ένα Υιόν, ένα Κύριον ομολογούμεν. Κατά ταύτην την της ασυγχύτου ενώσεως έννοιαν ομολογούμεν την αγίαν παρθένον Θεοτόκον, δια το τον Θεόν Λόγον σαρκωθήναι και ενανθρωπήσαι και εξ αυτής της συλλήψεως ενώσαι εαυτώ τον εξ αυτής ληφθέντα ναόν.»
Η Θεολογία των Πατέρων
Κυρίαρχη μορφή στον αγώνα κατά του Νεστορίου ήταν ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. Οι θεολογικές του θέσεις σχετικά με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου συνοψίζονται στα εξής: « Δεν δεχόμαστε ότι η Θεία φύση του Λόγου αφού μεταποιήθηκε έγινε σάρκα, ούτε βέβαια ότι μεταβλήθηκε σε ανθρώπινη. Αλλά πιστεύουμε ότι ο Λόγος, αφού ενώθηκε καθ’ υπόστασιν (= πραγματικά) με σάρκα που ήταν εμψυχωμένη με ψυχή λογική, έγινε άνθρωπος κατά τρόπο που δεν μπορεί να κατανοηθεί ούτε να περιγραφθεί και χρημάτισε υιός ανθρώπου.» Ο Κύριλλος, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα του αναμμένου κάρβουνου που αποτελείται από δύο στοιχεία τα οποία μετά την ένωσή τους παραμένουν αχώριστα, απέδειξε ότι στο Χριστό οι δύο φύσεις ενώθηκαν αποτελώντας μια ύπαρξη σε ένα πρόσωπο, τον Θεό Λόγο, χωρίς να υπάρξει τροπή της μιας στην άλλη, ή σύγχυση, διαίρεση και χωρισμός μεταξύ τους.
H σωτηριολογική σημασία.
Όπως διαπιστώνει ο Κύριλλος, με την ηθική ένωση των δύο φύσεων, που πρέσβευε ο Νεστόριος, δεν υπήρχε δυνατότητα πραγματικής ενώσεως θείου και ανθρώπινου στο ένα πρόσωπο του Θεού Λόγου, ώστε ο άμεσος σωτήρας των ανθρώπων να είναι ο Θεός. Δεν υπήρχε επίσης δυνατότητα να μεταβιβαστούν οι σωτηριώδεις ενέργειες του Λόγου στην ανθρώπινη φύση, ώστε όσοι μετέχουν μυστηριακά στο σώμα και το αίμα του Χριστού δεν κοινωνούν τον Θεό και άρα δεν μπορούν να σωθούν και να θεωθούν. Για τον λόγο αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία ο τονισμός της πραγματικής καθ’ υπόστασιν ενώσεως των δύο φύσεων, και μάλιστα στο ένα πρόσωπο του Θεού Λόγου.
(1999)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου