Κυριακή της Τυρινής (22-2-2015)

Απόστολος Κυριακής της Τυρινής

Το νόημα της αληθινής νηστείας

Ρωμ. 13.11 – 14.4

Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾽ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾽Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. Ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει, σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. 


Η περικοπή από την προς Ρωμαίους επιστολή, την οποία ακούσαμε σήμερα, μάς εισάγει στο πνεύμα της αληθινής νηστείας, μιας που από αύριο αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αδελφοί, μας λέει, σήμερα η σωτηρία είναι πολύ πιο κοντά από τότε που πιστέψαμε. Η νύχτα έχει προχωρήσει, έχει φτάσει η ημέρα. Ας αποθέσουμε επομένως τα έργα του σκότους και ας ενδυθούμε τα όπλα του φωτός. Ας περπατήσουμε όπως όταν είναι ημέρα, όχι σε φαγοπότια και μεθύσια, όχι σε ανηθικότητες και ασέλγειες, όχι σε έριδα και ζήλεια, αλλά ενδυθείτε τον Κύριο Ιησού Χριστό, και μη προνοείτε για της επιθυμίες της σάρκας. Τον δε ασθενή στην πίστη να τον δέχεστε, χωρίς να κρίνετε τις γνώμες του. Ο ένας πιστεύει ότι μπορεί να φάει από όλα, ο ασθενής όμως τρώει λάχανα. Εκείνος που τρώει ας μη εξουθενώνει εκείνον που δεν τρώει, και εκείνος που δεν τρώει ας μην κρίνει εκείνον που τρώει, γιατί ο Θεός τον δέχτηκε. Εσύ ποιος είσαι που κρίνεις ξένον υπηρέτη; στον δικό του Κύριο στέκεται ή πέφτει, κι όμως θα σταθεί· γιατί ο Θεός έχει την δύναμη να τον κάνει να σταθεί.

Αλήθεια, τι να θαυμάσει κανείς πρώτο από την διάκριση με την οποία θέτει την διάσταση και την σημασία της νηστείας; πρώτα από όλα την συνδέει με το πρόσωπο του Χριστού, όταν μάς λέει να ενδυθούμε τον Χριστό και να μη προνοούμε για τις γήινες επιθυμίες. Άρα, η νηστεία αποτελεί περιφρόνηση των κάθε είδους επιθυμιών και δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί χωρίς την χάρη και την δύναμη του Χριστού. Γι αυτό μάλιστα τονίζει στο τέλος ότι ο Θεός έχει την δύναμη να στηρίξει, και να ανορθώσει ακόμα και εκείνους που πέφτουν.

Η ημέρα η οποία έφτασε δεν είναι άλλη από την παρουσία του Χριστού, από την ζωηφόρο Ανάστασή του. Καθώς λοιπόν ετοιμαζόμαστε να υποδεχτούμε τούτο το ανέσπερο φως, μάς παροτρύνει να εγκαταλείψουμε τα έργα του σκότους και να ενδυθούμε τα όπλα του φωτός, γιατί από μόνη της η νηστεία δεν αρκεί, εάν ο αγώνας μας δεν επεκτείνεται και στα σημεία τα οποία απαριθμεί. Τα έργα του σκότους είναι φορτίο βαρύ για την ψυχή, γιαυτό λέει να τα αποθέσουμε. Όταν αναφέρεται στα φαγοπότια και στις μέθες, ο απόστολος Παύλος υποδηλώνει την φιλαυτία, με τις κοίταις (=κρεβάτια) και τις ασέλγειες υπονοεί την φιληδονία και με την έριδα και τον ζήλο φανερώνει την φιλαρχία, τα τρία κακά τα οποία κατά τους Πατέρες ταλαιπωρούν τους χριστιανούς. Την φιλαργυρία δεν την αναφέρει, είτε επειδή η κοινοκτημοσύνη ήταν κανόνας στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες είτε γιατί δύναται να ενταχθεί στην φιλαυτία, μαζί με τις άλλες αμαρτίες που ικανοποιούν την σάρκα. 

Και μιας που αναφερθήκαμε στην «σάρκα», στην Καινή Διαθήκη η λέξη αυτή δεν σημαίνει την υλική φύση του ανθρώπου, δηλαδή το σώμα του ή τις ανάγκες και φυσιολογικές, αδιάβλητες επιθυμίες που αυτό γεννά. Μια τέτοια θεώρηση οδηγεί ευθέως στον μανιχαϊσμό. Όταν ο Χριστός, οι Απόστολοι, ή οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφέρονται στην σάρκα, εννοούν το σαρκικό ή κοσμικό φρόνημα. Επομένως, ο Απόστολος Παύλος μάς καλεί να ξεφορτωθούμε τα έργα του σκότους - δηλαδή την φιλαυτία, την φιληδονία και την φιλαρχία - και να ενδυθούμε τα όπλα του φωτός, δηλαδή την νηστεία και την εγκράτεια, την σεμνότητα και την σωφροσύνη, την ειρήνη και την αγάπη, να ενδυθούμε τον ίδιο τον Χριστό και να μην ασχολούμαστε με την ικανοποίηση επιθυμιών που προκαλούνται ή οφείλονται στο κοσμικό φρόνημα. 

Μάς εφιστά στη συνέχεια την προσοχή, ώστε να δεχόμαστε με αγάπη τους ασθενέστερους αδελφούς μας και να μη τους κρίνουμε, πολλώ δε μάλλον να μη τους κατακρίνουμε. Γι αυτό και λέει ρητά, ότι αυτός που τρώει να μη καταπιέζει εκείνον που νηστεύει, και εκείνος που νηστεύει να μη κρίνει αυτόν που τρώει. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός εξηγεί ως εξής: «Είναι καλόν η παρθενία, αλλά εάν παντρευτείς δεν αμάρτησες. Είναι καλό να νηστεύει κανείς κάθε ημέρα, αλλά εκείνος που νηστεύει να μη κρίνει εκείνον που τρώει. Σε αυτά τα θέματα ούτε να νομοθετεί, ούτε να πιέζει, ούτε να πειθαναγκάζει πρέπει κανείς το ποίμνιο που τού εμπιστεύτηκε ο Θεός, αλλά μάλλον με πειθώ και ηπιότητα, και με λόγο μεστό να τούς τα υπενθυμίζουμε» [1]. Επομένως, όσοι από εμάς επιθυμούμε να νηστέψουμε ή έτσι μάς έχει ορίσει ο Πνευματικός, ας μη προσπαθούμε να βάλουμε τους αδελφούς μας μέσα στο καλούπι της δικής μας άσκησης ή του δικού μας πνευματικού αγώνα. Εάν ήταν έτσι, τότε δεν θα είχαμε ανάγκη από τον Πνευματικό, ο οποίος ζυγίζει τις δυνάμεις και τις ανάγκες κάθε ανθρώπου χωριστά και αναλόγως ορίζει τα πνευματικά φάρμακα και το μέτρο και την ένταση της άσκησης.

Γι αυτό ας μη μολύνουμε την νηστεία με την κατάκριση· όλοι είμαστε παιδιά του Θεού, και στον Θεό οφείλουμε να αποδώσουμε λόγο ο καθένας για τις δικές του πράξεις, λογισμούς και παραλείψεις. Ούτε πάλι τα καλά μας έργα είναι αυτά που μάς σώζουν, αλλά η αγάπη και η φιλανθρωπία του Θεού, ο οποίος μακροθυμεί και αναπληρώνει τις δικές μας αδυναμίες και μάς προσφέρει καθημερινά ευκαιρίες για να τον πλησιάσουμε και να γίνουμε κοινωνοί της αγάπης του. Επομένως, ας αγωνιστούμε έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, τα οποία συνοψίζει με απλότητα ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, λέγοντας τα εξής: «η αληθινή νηστεία είναι η αποχή από κάθε κακό. Ας νηστέψουμε λοιπόν πρώτα από τους πονηρούς λογισμούς που κατοικούν στην καρδιά και μάς φλογίζουν με έκτοπες επιθυμίες... ας νηστέψουμε και κατά δεύτερο λόγο από την ποσότητα και από την ποιότητα των τροφών σε τέτοιο βαθμό, όσο η δύναμη του σώματός μας αντέχει. Γιατί, λέει ο απόστολος, ο καθένας καθώς προαιρείται στην καρδιά του, όχι εξαιτίας λύπης ή ανάγκης, διότι το ιλαρόν αγαπά ο Θεός και το κατά δύναμιν» [2]. Αμήν.

π. Χ.Β.

___________ 
[1] Λόγος περί τῶν ἁγίων νηστειῶν, PG 95.68
[2] Επιστολή Κατηχητική



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου