Συνεργάτες του Θεού
Α’ Κορ. 3.9-17
Ἀδελφοί, Θεοῦ ἐσμεν συνεργοί· Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε. Κατὰ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι ὡς σοφὸς ἀρχιτέκτων θεμέλιον ἔθηκα, ἄλλος δὲ ἐποικοδομεῖ· ἕκαστος δὲ βλεπέτω πῶς ἐποικοδομεῖ· θεμέλιον γὰρ ἄλλον οὐδεὶς δύναται θεῖναι παρὰ τὸν κείμενον, ὅς ἐστιν ᾽Ιησοῦς Χριστός. Εἰ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπὶ τὸν θεμέλιον τοῦτον, χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τὸ ἔργον φανερὸν γενήσεται· ἡ γὰρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρὶ ἀποκαλύπτεται· καὶ ἑκάστου τὸ ἔργον ὁποῖόν ἐστιν τὸ πῦρ δοκιμάσει. Εἴ τινος τὸ ἔργον μενεῖ ὃ ἐπῳκοδόμησεν, μισθὸν λήψεται· εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αὐτὸς δὲ σωθήσεται, οὕτως δὲ ὡς διὰ πυρός. Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γὰρ ναὸς τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς.
Συνεργάτες του Θεού μάς ονομάζει σήμερα ο απόστολος Παύλος, στο χωράφι και στην οικοδομή του Θεού, που είμαστε εμείς όλοι, δηλαδή η Εκκλησία. Πράγματι, το χωράφι δεν είναι του γεωργού αλλά του κυρίου αυτού · ούτε η οικοδομή ανήκει στον τεχνίτη αλλά στον οικοδεσπότη. Επομένως, εάν είμαστε οικοδομή δεν ωφελεί να είμαστε διασπασμένοι· κάτι τέτοιο ταιριάζει μάλλον στην παροιμία «λίθοι τε καὶ πλίνθοι καὶ ξύλα καὶ κέραμος ἀτάκτως ἐρριμμένα»[1]. Ομοίως, εάν είμαστε χωράφι του Θεού, δεν ωφελεί να διαιρούμαστε, αλλά να είμαστε περιστοιχισμένοι από τον ίδιο φράχτη. Ύλη συνδετική της οικοδομής και περιτοίχισμα του χωραφιού του Θεού δεν είναι άλλη από την ομόνοια, τονίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος[2].
Θεμέλιο της οικοδομής του Θεού, δηλαδή της Εκκλησίας, είναι ο Ιησούς Χριστός· κανείς δεν μπορεί να τοποθετήσει ως θεμέλιο κάποιον άλλο στη θέση του Χριστού ή δίπλα σε αυτόν. Γιαυτό μάς λέει ο Παύλος «ορίστε, εγώ έθεσα τη σοφή βάση που είναι ο Χριστός, να ξέρετε όμως ότι άλλος είναι εκείνος που χτίζει επάνω στο θεμέλιο, γι αυτό ας προσέχει ο καθένας πώς χτίζει». Το χρέος της εποικοδόμησης της Εκκλησίας ανήκει μεν στους ποιμένες και διδασκάλους, αλλά και στον κάθε χριστιανό, ο οποίος καλείται να θέσει το δικό του υλικό, δηλαδή τα έργα του. Αν τα έργα μας είναι χρυσός ή ασήμι ή πολύτιμοι λίθοι ή ξύλα ή ή χόρτα ή καλάμια, θα το αποκαλύψει το πυρ της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας. Αν κάποιου το έργο παραμείνει αρραγές, αυτός θα σωθεί και θα λάβει μισθό παρά του Θεού· αν πάλι το έργο κάποιου κατακαεί, εκείνος θα ζημιωθεί και θα ζει στο αιώνιο πυρ.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξηγεί ότι ο καθένας μας οφείλει να εξετάζει με προσοχή τον αγώνα της εν Χριστώ πολιτείας του: «Αυτό λέει ο απόστολος Παύλος: -Κατήγγειλα τον Χριστό, σάς παρέδωσα τον θεμέλιο λίθο, προσέξτε πώς χτίζετε επάνω σε αυτόν, εάν με κενοδοξία, εάν αποσπάτε τους μαθητές από τον Χριστό και τους προσκολλάτε σε ανθρώπους. Ας μη δίνουμε λοιπόν προσοχή στις αιρέσεις, γιατί κανείς δεν μπορεί να θέσει άλλον θεμέλιο λίθο από αυτόν που έχει ήδη τεθεί. Επάνω σε εκείνον, επομένως, ας οικοδομούμε και ας είμαστε θεμελιωμένοι, όπως το κλήμα είναι ενωμένο με την άμπελο, και ας μην υπάρχει τίποτα ανάμεσα σε εμάς και στον Χριστό· διότι εάν βρεθεί κάτι ενδιάμεσα, τότε αμέσως χαθήκαμε. Γιατί και το κλήμα από τη σύνδεσή του με την άμπελο τραβά τους θρεπτικούς χυμούς, και η οικοδομή στέκει ανάλογα με τη συγκολλητική ύλη που έχει τεθεί, η οποία εάν διαρραγεί τότε το οικοδόμημα γκρεμίζεται γιατί δεν έχει πού να στηριχτεί. Ας μην είμαστε λοιπόν απλά κοντά στον Χριστό αλλά ας προσκολληθούμε σε αυτόν με τα έργα. Γιατί ο ίδιος λέει ότι “εκείνος που τηρεί τις εντολές μου μένει ενωμένος με εμένα”. Και μάς ενώνει με πολλά παραδείγματα, δες· αυτός είναι η κεφαλή, εμείς το σώμα· μήπως μπορεί να υπάρξει κενό διάστημα ανάμεσα στο κεφάλι και στο σώμα; Αυτός είναι ο θεμέλιος λίθος, εμείς η οικοδομή· αυτός η άμπελος, εμείς τα κλήματα· αυτός ο νυμφίος, εμείς η νύφη· αυτός είναι ο ποιμήν, εμείς τα πρόβατα· οδός εκείνος, εμείς οι βαδίζοντες· ναός πάλι εμείς, αυτός ο ένοικος· αυτός ο πρωτότοκος, εμείς οι αδελφοί· αυτός ο κληρονόμος, εμείς οι συγκληρονόμοι· αυτός η ζωή, εμείς οι ζωντανοί· αυτός είναι η ανάσταση, εμείς οι ανιστάμενοι· αυτός το φως, εμείς οι φωτιζόμενοι. Όλα αυτά φανερώνουν ένωση και δεν αφήνουν το παραμικρό κενό. Γιατί εκείνος που θα απομακρυνθεί λίγο, με την πάροδο του χρόνου θα απομακρυνθεί και πολύ. Γιατί και το σώμα διαφθείρεται, ακόμα και εάν δεχθεί μικρό χτύπημα από σπαθί, και η οικοδομή γκρεμίζεται ακόμα κι αν έχει μικρή χαραμάδα, και το κλήμα γίνεται άχρηστο όταν αποκοπεί έστω και λίγο από τη ρίζα. Επομένως, αυτό το λίγο δεν είναι μικρό πράγμα αλλά σχεδόν το άπαν.
»Όταν λοιπόν πέσουμε σε κάποιο μικρό πλημμέλημα ή και ραθυμία, ας μη παραβλέψουμε το μικρό, γιατί αν δεν προσεχθεί, αυτό γίνεται μεγάλο. Έτσι ακριβώς και το ένδυμα που άρχισε να σχίζεται και παραμελήθηκε, μεγάλωσε το σχίσμα μέχρι τέλους· και ο όροφος που έχασε μερικά κεραμίδια και παραβλέφθηκε, κατεδάφισε ολόκληρο το σπίτι. Έχοντες αυτά κατά νου, ας μη καταφρονούμε ποτέ τα μικρά, ώστε να μη πέσουμε στα μεγάλα· κι αν παρ' ελπίδα τα παραβλέψουμε και πέσουμε στο βάθος των κακών, ας μη έχουμε απόγνωση επειδή βρεθήκαμε εκεί, ώστε να μη πέσουμε σε σκοτισμό του νου. Γιατί είναι λοιπόν δύσκολο να ανέλθει από εκεί όποιος δεν έχει πολλή νήψη [...] Αλλά και ο Θεός βοηθά, γιατί δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού αλλά την επιστροφή του. Να μην έχει λοιπόν κανείς απόγνωση, να μην έχει κανείς αυτό το πάθος των ασεβών [...] Επομένως, ακόμα και εάν έχεις έλθει σε κάθε κακία, πες στον εαυτό σου “ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και επιθυμεί τη σωτηρία μου. Εάν οι αμαρτίες σας είναι σαν την πορφύρα, θα τις κάνω πιο καθαρές κι από το χιόνι, λέει, και θα σάς μεταστήσω στην αντίθετη συνήθεια”. Ας μη απαγορεύσουμε λοιπόν (την μετάνοια), γιατί δεν είναι τόσο κακό η πτώση, όσο το να παραμένουμε στην πτώση· ούτε είναι τόσο κακό να τραυματισθεί κανείς, όσο να μη θέλει να θεραπευθεί από τα τραύματά του»[3].
Έχοντας αυτά υπόψη μας, ότι δηλαδή είμαστε συνεργάτες του Θεού στο έργο της οικοδομής του σώματος της Εκκλησίας αλλά και της δικής μας σωτηρίας και τελειώσεως, ας έχουμε νήψη, μετάνοια και διάκριση, ώστε η κάθε μας σκέψη και το κάθε μας έργο να αντανακλά τη λάμψη λίθων πολυτελών και πολύτιμων μετάλλων, τα οποία λαμπρύνουν και ομορφαίνουν τον κόσμο αλλά και τον οίκο της καρδιάς μας, ο οποίος είναι ναός προορισμένος για κατοικία του Θεού. Αμήν.
π. Χ.Β.
-------------
[1] Ξενοφώντος, Απομνημονεύματα 3.1. Η φράση αποδίδεται στον Σωκράτη.
[2] PG 61.72
[3] PG 61.72-73
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου