PG 50, 735 εξ.
(Απόδοση στη Νεοελληνική: π. Χερουβείμ Βελέτζας )
α. Λίγοι μαζευτήκαμε σήμερα· άραγε ποιο το αίτιο; Μνήμη μαρτύρων επιτελούμε και κανείς δεν μάς συνάντησε. Μήπως η απόσταση του δρόμου υπέβαλε την ραθυμία; Αλλά πολύ περισσότερο τους εμπόδισε η ραθυμία, όχι η απόσταση του δρόμου. Γιατί όπως τον ενάρετο και με ζωηρή προαίρεση δεν δύναται τίποτα να τον εμποδίσει, έτσι και τον ράθυμο και πεπτωκότα όλα μπορούν να τον εμποδίσουν. Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους υπέρ της αληθείας, και συ δεν καταφρονείς ούτε την βραχεία οδό; Εκείνοι απέθεσαν το κεφάλι τους για τον Χριστό, και συ δεν θέλεις να συναντηθείς έξω από την πόλη για τον Δεσπότη; Ο Δεσπότης για σένα πέθανε, και συ τεμπελιάζεις γι αυτόν; Μνήμη μαρτύρων και συ τεμπελιάζεις και ξάπλωσες; Πρέπει να έλθεις και να δεις τον διάβολο νικημένο και τον μάρτυρα νικητή και τον Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να στεφανώνεται. Αλλά η πρόφαση αυτών είναι η εξής: Είμαι αμαρτωλός, λέει, και δεν δύναμαι να προσέλθω. Επειδή ακριβώς είσαι αμαρτωλός, έλα για να μη εκπέσεις από την δικαιοσύνη. Πες μου, ποιος άνθρωπος είναι αναμάρτητος; Αλλά γι αυτό (υπάρχει) θυσία και Εκκλησία, γι αυτό προσευχές και νηστείες, επειδή είναι πολλά τα τραύματα της ψυχής· και γι αυτό υπάρχουν τα ενάντια σε αυτά φάρμακα, και για το καθένα από τα τραύματα της ψυχής κατασκευάστηκε το κατάλληλο φάρμακο. Έχεις την Εκκλησία που προσφέρει θυσίες, τις ευχές των Πατέρων, την χορηγία του Αγίου Πνεύματος, τις μνήμες των μαρτύρων, τη σύναξη των αγίων, και πολλά παρόμοια τα οποία δύνανται να σε ανακαλέσουν από την αμαρτία στην δικαιοσύνη· δεν προσήλθες σε προσευχή (μνήμης) μαρτύρων, ποια συγγνώμη έχεις; Δεν μεσολαβεί κανένα κακό και εμποδίστηκες από την κοινωνία με τους μάρτυρες; Αλλά σε κράτησε φροντίδα βιοτική; Ακόμη μεγαλύτερο το έγκλημα. Δεν δάνεισες μικρή ώρα στον Θεό, για να λάβεις ολόκληρη ημέρα;
Αμαρτωλός είμαι, λέει, και δεν δύναμαι. Επειδή είσαι αμαρτωλός, γι αυτό είσελθε· ή μήπως αγνοείς ότι και αυτοί που κυκλώνουν το θυσιαστήριο είναι προσηλωμένοι σε αμαρτίες; Γιατί σάρκα φορούνε και με αίμα είναι πλεγμένοι και με οστά συνδεδεμένοι, κι εμείς οι ίδιοι που καθόμαστε στον θρόνο και διδάσκουμε είμαστε μπλεγμένοι σε αμαρτίες. Αλλά δεν παραβλέπουμε την φιλανθρωπία του Θεού, ούτε τού αποδίδουμε απανθρωπία – γιατί όλοι είμαστε άνθρωποι και συνυφασμένοι με τα ίδια - και δεν παραιτούμαστε από την διδασκαλία, αποβλέποντας στο πέλαγος της φιλανθρωπίας του Θεού. Κι εσείς εάν εισέλθετε αφού έχετε αμαρτήσει, δεν είναι τόσο σοβαρό έγκλημα, γιατί βρίσκεστε κάτω από την διδασκαλία. Εμείς όμως, όσο υπερέχουμε ως προς το αξίωμα, τόσο περισσότερο είμαστε υποκείμενοι στο έγκλημα, γιατί άλλο είναι να αμαρτάνει ο διδασκόμενος και άλλο ο διδάσκων. Κι όμως, δεν παραιτούμαστε από αυτό (τη διδασκαλία), για να μην πέσουμε στην ραθυμία προφασιζόμενοι ταπεινοφροσύνη.
Κι αυτό έγινε κατά θεία παραχώρηση, δηλαδή να πέφτουν και αυτοί οι ιερείς σε αμαρτίες. Και άκουσε πώς είναι: Οι διδάσκαλοι αυτοί και ιερείς, εάν δεν αμάρταναν ούτε έπεφταν στα παθήματα του βίου, θα ήταν απάνθρωποι προς τους άλλους και δεν θα τους συγχωρούσαν. Αλλά γι αυτό (ο Θεός) όρισε και αυτοί οι ιερείς να δουλεύουν στα πάθη, και οι άρχοντες ομοίως, ώστε με αφορμή τα δικά τους παθήματα να παρέχουν την συγγνώμη και στους άλλους. Και πάντοτε έτσι όρισε ο Θεός, και όχι μόνο τώρα αλλά και από παλιά και για όσους έμελλε να εμπιστευθεί την Εκκλησία και τον λαό, συγχώρησε να πέφτουν στην αμαρτία, με σκοπό να γίνονται φιλάνθρωποι προς τους άλλους εξαιτίας των δικών τους πταισμάτων. Γιατί εάν αυτοί δεν αμάρταναν, καμία συγγνώμη δεν θα είχαν να δώσουν στους αμαρτάνοντες, αλλά αφού γίνονταν απάνθρωποι θα θέριζαν όλους από την Εκκλησία. Και ότι αυτά συμβαίνουν κατ` αυτόν τον τρόπο και δεν τα λέω στοχαζόμενος, έλα να τα αποδείξουμε από την ίδια την θεωρία (ΣτΜ: εννοεί την Αγία Γραφή). Ο Πέτρος έμελλε να διαπιστευθεί τα κλειδιά της Εκκλησίας, μάλλον δε τού εμπιστεύθηκαν τα κλειδιά των ουρανών και έμελλε να του ενεπιστευθεί το πλήθος του λαού. Τι λέει λοιπόν προς αυτόν ο Δεσπότης; Ό,τι αν δέσεις επί της γης, θα είναι δεμένο στους ουρανούς και ό,τι αν λύσεις επί της γης θα είναι λυμένο στους ουρανούς. Ήταν όμως ο Πέτρος κάπως ήρεμος και απότομος· αν λοιπόν είχε το αναμάρτητο, ποια συγγνώμη θα λάμβαναν οι διδασκόμενοι από αυτόν; Αλλά γι αυτό φροντίζει η θεία χάρις να πέσει αυτός σε κάποιο παράπτωμα, ώστε εξαιτίας αυτών που ο ίδιος έπαθε, να γίνει φιλάνθρωπος προς τους άλλους. Και δες ποιον συγχωρεί να πέσει σε αμαρτία, τον Πέτρο εκείνο, την κορυφή των αποστόλων, το θεμέλιο το ασάλευτο, την πέτρα τη συμπαγή, τον πρώτο της Εκκλησίας, το λιμάνι το ακαταμάχητο, τον πύργο τον ασάλευτο. Εκείνος ο Πέτρος που λέει στον Χριστό ότι “κι αν ακόμα πρέπει να πεθάνω μαζί σου δεν θα σε αρνηθώ” (Ματθ. 26.35, Μαρ. 14.31), ο Πέτρος που από θεία αποκάλυψη ομολόγησε την αλήθεια: “Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος” (Ματθ. 16.16), αυτός αφού εισήλθε εκείνη τη νύχτα που παραδόθηκε ο Χριστός, και στάθηκε κοντά στη φωτιά να ζεσταθεί, και όταν προσήλθε - ποιος λέω; ένα κορίτσι, και του είπε “και συ χτες μαζί με τούτο τον άνθρωπο ήσουν”, ο Πέτρος απάντησε “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο” (Ματθ. 26.69 εξ., Μαρ. 14.54 εξ., Λουκ. 22.55 εξ., Ιω. 18.17 εξ.). Προηγουμένως έλεγες “κι αν ακόμα πρέπει να πεθάνω μαζί σου” και τώρα αρνείσαι και λες “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο”; Ω Πέτρε, αυτό είναι όλο κι όλο εκείνο που ανήγγειλες; ούτε βασάνους, ούτε καν μαστιγώσεις είδες, αλλά απλά επειδή άκουσες μιας μικρής κοπέλας τα λόγια, προέβης στην άρνηση. Αρνείσαι, Πέτρε; ούτε ακόμη βασανιστήρια, ούτε ακόμη μαστιγώσεις, ούτε ακόμη πληγές, ούτε ακόμη θυμοί, ούτε ακόμη άρχοντες, ούτε ακόμη ξίφη ακονισμένα, ούτε ακόμη διατάγματα υπάρχουν, ούτε ακόμη βασιλείς να απειλούν, ούτε ακόμη θάνατοι να αναμένονται, ούτε ακόμη φυλακές και γκρεμοί και θάλασσα, ούτε ακόμη τίποτα από όλα αυτά, και ήδη αρνήθηκες “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο”; Πάλι το κορίτσι του λέει “και συ μαζί με αυτόν τον άνθρωπο ήσουνα χθες”, κι αυτός τής αποκρίνεται “Δεν γνωρίζω τον άνθρωπο για τον οποίο λες”. Ποιος είναι αυτός που σού λέει, ώστε αρνείσαι; Κανείς από τους δυνατούς αλλά γυναίκα, και αυτή θυρωρός, παραπεταμένη, αιχμάλωτη, χωρίς αξία, αυτή λέει και συ αρνείσαι; Ω καινούρια πράγματα! Ένα κορίτσι τον Πέτρο εκείνο, πόρνη αφού προσήλθε τάραξε την πίστη του Πέτρου. Ο Πέτρος, ο στύλος, το προπύργιο, δεν άντεξε την απειλή ενός κοριτσιού, αλλά μόνο μίλησε (το κορίτσι) και ο στύλος σαλεύτηκε, και αυτό το προπύργιο γκρεμιζόταν. Ποιον είδες, Πέτρε, και αρνείσαι; κορίτσι ευτελές και θυρωρό ευκαταφρόνητη· αυτά είδες και αρνείσαι; Πάλι για τρίτη φορά: “και συ χτες μαζί με αυτόν τον άνθρωπο ήσουνα”, κι όμως αρνήθηκε για τρίτη φορά. Κι έτσι λοιπόν αφού τον είδε ο Ιησούς, τον οδήγησε σε ανάμνηση εκείνων που είχε πει (ΣτΜ: ότι δηλαδή “πριν λαλήσει ο πετεινός, θα με αρνηθείς τρεις φορές”), κι εκείνος αφού ήλθε σε συναίσθηση άρχισε να κλαίει και να μετανοεί για την αμαρτία. Αλλά ο φιλάνθρωπος (Κύριος) συγχώρησε την αμαρτία του (Πέτρου), γιατί γνώριζε ότι ως άνθρωπος υπέστη κάτι το ανθρώπινο. Αλλά, όπως είπα προηγουμένως, γι αυτόν το σκοπό οικονόμησε αυτό, και συγχώρεσε στον Πέτρο να αμαρτήσει, επειδή έμελλε να τού εμπιστευθεί πολύν λαό, ώστε να μη είναι χωρίς συγγνώμη προς τους αδελφούς του, όντας απότομος και αναμάρτητος. Έπεσε στην αμαρτία ώστε, κατανοώντας το δικό του αμάρτημα και την συγχώρεση του Δεσπότου, να συγχωρήσει σύμφωνα με τη θεία εντολή και τους άλλους με την χάρη της φιλανθρωπίας, η οποία αρμόζει στον Θεό. Αυτός επομένως που έμελλε να του ενεπιστευθεί η Εκκλησία συγχωρέθηκε να αμαρτήσει, ο στύλος των Εκκλησιών, το λιμάνι της πίστεως, ο Πέτρος ο διδάσκαλος της οικουμένης συγχωρέθηκε να αμαρτήσει, ώστε η δική του συγχώρεση να γίνει προϋπόθεση φιλανθρωπίας για τους άλλους.
Αυτά όμως γιατί τα είπα; Επειδή κι εμείς οι ιερείς που καθόμαστε πάνω σε θρόνο και διδάσκουμε, είμαστε συνδεδεμένοι με αμαρτίες. Γι αυτό λοιπόν ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος ενεπιστεύτηκε να ιερουργεί – επειδή είναι αναμάρτητοι – ώστε να μη κεραυνοβολούν με αποτομία όλους τους αμαρτάνοντας από τον λαό· αλλά άνθρωπος (γεννημένος) από άνθρωπο ενεπιστεύτηκε αυτόν τον θρόνο, και αυτός συνδεδεμένος με την ηδονή και την αμαρτία, ώστε όταν παραλάβει κάποιον αμαρτάνοντα να γίνεται φιλανθρωπότερος προς εκείνον τον αμαρτήσαντα εξαιτίας των δικών του πλημμελημάτων. Γιατί εάν ήταν ιερέας κάποιος άγγελος και παρέλαβε κάποιον που είχε πορνεύσει, ευθύς θα τον θανάτωνε, μιας που ο ίδιος δεν ήταν αναμεμειγμένος στο πάθος αυτό. Γι αυτό εάν άγγελος είχε λάβει το αξίωμα της ιερωσύνης, δεν θα δίδασκε αλλά ευθέως θα σκότωνε επειδή εκείνος δεν είναι τέτοιος (ΣτΜ: δηλαδή αμαρτωλός) και θα τον οδηγούσε σε οργή κατά εκείνου. Αλλά γι αυτό ενεπιστεύτηκε άνθρωπος, έχοντας επίγνωση των πλημμελημάτων του και έχοντας (μάθει) εκ πείρας, ώστε να γνωρίζει μαζί με εκείνους που αμαρτάνουν και να μη κινείται με οργή, και ώστε να αναπαύεται η Εκκλησία με την (μυστηριακή) σύναξη.
α. Λίγοι μαζευτήκαμε σήμερα· άραγε ποιο το αίτιο; Μνήμη μαρτύρων επιτελούμε και κανείς δεν μάς συνάντησε. Μήπως η απόσταση του δρόμου υπέβαλε την ραθυμία; Αλλά πολύ περισσότερο τους εμπόδισε η ραθυμία, όχι η απόσταση του δρόμου. Γιατί όπως τον ενάρετο και με ζωηρή προαίρεση δεν δύναται τίποτα να τον εμποδίσει, έτσι και τον ράθυμο και πεπτωκότα όλα μπορούν να τον εμποδίσουν. Οι μάρτυρες έχυσαν το αίμα τους υπέρ της αληθείας, και συ δεν καταφρονείς ούτε την βραχεία οδό; Εκείνοι απέθεσαν το κεφάλι τους για τον Χριστό, και συ δεν θέλεις να συναντηθείς έξω από την πόλη για τον Δεσπότη; Ο Δεσπότης για σένα πέθανε, και συ τεμπελιάζεις γι αυτόν; Μνήμη μαρτύρων και συ τεμπελιάζεις και ξάπλωσες; Πρέπει να έλθεις και να δεις τον διάβολο νικημένο και τον μάρτυρα νικητή και τον Θεό να δοξάζεται και την Εκκλησία να στεφανώνεται. Αλλά η πρόφαση αυτών είναι η εξής: Είμαι αμαρτωλός, λέει, και δεν δύναμαι να προσέλθω. Επειδή ακριβώς είσαι αμαρτωλός, έλα για να μη εκπέσεις από την δικαιοσύνη. Πες μου, ποιος άνθρωπος είναι αναμάρτητος; Αλλά γι αυτό (υπάρχει) θυσία και Εκκλησία, γι αυτό προσευχές και νηστείες, επειδή είναι πολλά τα τραύματα της ψυχής· και γι αυτό υπάρχουν τα ενάντια σε αυτά φάρμακα, και για το καθένα από τα τραύματα της ψυχής κατασκευάστηκε το κατάλληλο φάρμακο. Έχεις την Εκκλησία που προσφέρει θυσίες, τις ευχές των Πατέρων, την χορηγία του Αγίου Πνεύματος, τις μνήμες των μαρτύρων, τη σύναξη των αγίων, και πολλά παρόμοια τα οποία δύνανται να σε ανακαλέσουν από την αμαρτία στην δικαιοσύνη· δεν προσήλθες σε προσευχή (μνήμης) μαρτύρων, ποια συγγνώμη έχεις; Δεν μεσολαβεί κανένα κακό και εμποδίστηκες από την κοινωνία με τους μάρτυρες; Αλλά σε κράτησε φροντίδα βιοτική; Ακόμη μεγαλύτερο το έγκλημα. Δεν δάνεισες μικρή ώρα στον Θεό, για να λάβεις ολόκληρη ημέρα;
Αμαρτωλός είμαι, λέει, και δεν δύναμαι. Επειδή είσαι αμαρτωλός, γι αυτό είσελθε· ή μήπως αγνοείς ότι και αυτοί που κυκλώνουν το θυσιαστήριο είναι προσηλωμένοι σε αμαρτίες; Γιατί σάρκα φορούνε και με αίμα είναι πλεγμένοι και με οστά συνδεδεμένοι, κι εμείς οι ίδιοι που καθόμαστε στον θρόνο και διδάσκουμε είμαστε μπλεγμένοι σε αμαρτίες. Αλλά δεν παραβλέπουμε την φιλανθρωπία του Θεού, ούτε τού αποδίδουμε απανθρωπία – γιατί όλοι είμαστε άνθρωποι και συνυφασμένοι με τα ίδια - και δεν παραιτούμαστε από την διδασκαλία, αποβλέποντας στο πέλαγος της φιλανθρωπίας του Θεού. Κι εσείς εάν εισέλθετε αφού έχετε αμαρτήσει, δεν είναι τόσο σοβαρό έγκλημα, γιατί βρίσκεστε κάτω από την διδασκαλία. Εμείς όμως, όσο υπερέχουμε ως προς το αξίωμα, τόσο περισσότερο είμαστε υποκείμενοι στο έγκλημα, γιατί άλλο είναι να αμαρτάνει ο διδασκόμενος και άλλο ο διδάσκων. Κι όμως, δεν παραιτούμαστε από αυτό (τη διδασκαλία), για να μην πέσουμε στην ραθυμία προφασιζόμενοι ταπεινοφροσύνη.
Κι αυτό έγινε κατά θεία παραχώρηση, δηλαδή να πέφτουν και αυτοί οι ιερείς σε αμαρτίες. Και άκουσε πώς είναι: Οι διδάσκαλοι αυτοί και ιερείς, εάν δεν αμάρταναν ούτε έπεφταν στα παθήματα του βίου, θα ήταν απάνθρωποι προς τους άλλους και δεν θα τους συγχωρούσαν. Αλλά γι αυτό (ο Θεός) όρισε και αυτοί οι ιερείς να δουλεύουν στα πάθη, και οι άρχοντες ομοίως, ώστε με αφορμή τα δικά τους παθήματα να παρέχουν την συγγνώμη και στους άλλους. Και πάντοτε έτσι όρισε ο Θεός, και όχι μόνο τώρα αλλά και από παλιά και για όσους έμελλε να εμπιστευθεί την Εκκλησία και τον λαό, συγχώρησε να πέφτουν στην αμαρτία, με σκοπό να γίνονται φιλάνθρωποι προς τους άλλους εξαιτίας των δικών τους πταισμάτων. Γιατί εάν αυτοί δεν αμάρταναν, καμία συγγνώμη δεν θα είχαν να δώσουν στους αμαρτάνοντες, αλλά αφού γίνονταν απάνθρωποι θα θέριζαν όλους από την Εκκλησία. Και ότι αυτά συμβαίνουν κατ` αυτόν τον τρόπο και δεν τα λέω στοχαζόμενος, έλα να τα αποδείξουμε από την ίδια την θεωρία (ΣτΜ: εννοεί την Αγία Γραφή). Ο Πέτρος έμελλε να διαπιστευθεί τα κλειδιά της Εκκλησίας, μάλλον δε τού εμπιστεύθηκαν τα κλειδιά των ουρανών και έμελλε να του ενεπιστευθεί το πλήθος του λαού. Τι λέει λοιπόν προς αυτόν ο Δεσπότης; Ό,τι αν δέσεις επί της γης, θα είναι δεμένο στους ουρανούς και ό,τι αν λύσεις επί της γης θα είναι λυμένο στους ουρανούς. Ήταν όμως ο Πέτρος κάπως ήρεμος και απότομος· αν λοιπόν είχε το αναμάρτητο, ποια συγγνώμη θα λάμβαναν οι διδασκόμενοι από αυτόν; Αλλά γι αυτό φροντίζει η θεία χάρις να πέσει αυτός σε κάποιο παράπτωμα, ώστε εξαιτίας αυτών που ο ίδιος έπαθε, να γίνει φιλάνθρωπος προς τους άλλους. Και δες ποιον συγχωρεί να πέσει σε αμαρτία, τον Πέτρο εκείνο, την κορυφή των αποστόλων, το θεμέλιο το ασάλευτο, την πέτρα τη συμπαγή, τον πρώτο της Εκκλησίας, το λιμάνι το ακαταμάχητο, τον πύργο τον ασάλευτο. Εκείνος ο Πέτρος που λέει στον Χριστό ότι “κι αν ακόμα πρέπει να πεθάνω μαζί σου δεν θα σε αρνηθώ” (Ματθ. 26.35, Μαρ. 14.31), ο Πέτρος που από θεία αποκάλυψη ομολόγησε την αλήθεια: “Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος” (Ματθ. 16.16), αυτός αφού εισήλθε εκείνη τη νύχτα που παραδόθηκε ο Χριστός, και στάθηκε κοντά στη φωτιά να ζεσταθεί, και όταν προσήλθε - ποιος λέω; ένα κορίτσι, και του είπε “και συ χτες μαζί με τούτο τον άνθρωπο ήσουν”, ο Πέτρος απάντησε “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο” (Ματθ. 26.69 εξ., Μαρ. 14.54 εξ., Λουκ. 22.55 εξ., Ιω. 18.17 εξ.). Προηγουμένως έλεγες “κι αν ακόμα πρέπει να πεθάνω μαζί σου” και τώρα αρνείσαι και λες “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο”; Ω Πέτρε, αυτό είναι όλο κι όλο εκείνο που ανήγγειλες; ούτε βασάνους, ούτε καν μαστιγώσεις είδες, αλλά απλά επειδή άκουσες μιας μικρής κοπέλας τα λόγια, προέβης στην άρνηση. Αρνείσαι, Πέτρε; ούτε ακόμη βασανιστήρια, ούτε ακόμη μαστιγώσεις, ούτε ακόμη πληγές, ούτε ακόμη θυμοί, ούτε ακόμη άρχοντες, ούτε ακόμη ξίφη ακονισμένα, ούτε ακόμη διατάγματα υπάρχουν, ούτε ακόμη βασιλείς να απειλούν, ούτε ακόμη θάνατοι να αναμένονται, ούτε ακόμη φυλακές και γκρεμοί και θάλασσα, ούτε ακόμη τίποτα από όλα αυτά, και ήδη αρνήθηκες “δεν γνωρίζω αυτόν τον άνθρωπο”; Πάλι το κορίτσι του λέει “και συ μαζί με αυτόν τον άνθρωπο ήσουνα χθες”, κι αυτός τής αποκρίνεται “Δεν γνωρίζω τον άνθρωπο για τον οποίο λες”. Ποιος είναι αυτός που σού λέει, ώστε αρνείσαι; Κανείς από τους δυνατούς αλλά γυναίκα, και αυτή θυρωρός, παραπεταμένη, αιχμάλωτη, χωρίς αξία, αυτή λέει και συ αρνείσαι; Ω καινούρια πράγματα! Ένα κορίτσι τον Πέτρο εκείνο, πόρνη αφού προσήλθε τάραξε την πίστη του Πέτρου. Ο Πέτρος, ο στύλος, το προπύργιο, δεν άντεξε την απειλή ενός κοριτσιού, αλλά μόνο μίλησε (το κορίτσι) και ο στύλος σαλεύτηκε, και αυτό το προπύργιο γκρεμιζόταν. Ποιον είδες, Πέτρε, και αρνείσαι; κορίτσι ευτελές και θυρωρό ευκαταφρόνητη· αυτά είδες και αρνείσαι; Πάλι για τρίτη φορά: “και συ χτες μαζί με αυτόν τον άνθρωπο ήσουνα”, κι όμως αρνήθηκε για τρίτη φορά. Κι έτσι λοιπόν αφού τον είδε ο Ιησούς, τον οδήγησε σε ανάμνηση εκείνων που είχε πει (ΣτΜ: ότι δηλαδή “πριν λαλήσει ο πετεινός, θα με αρνηθείς τρεις φορές”), κι εκείνος αφού ήλθε σε συναίσθηση άρχισε να κλαίει και να μετανοεί για την αμαρτία. Αλλά ο φιλάνθρωπος (Κύριος) συγχώρησε την αμαρτία του (Πέτρου), γιατί γνώριζε ότι ως άνθρωπος υπέστη κάτι το ανθρώπινο. Αλλά, όπως είπα προηγουμένως, γι αυτόν το σκοπό οικονόμησε αυτό, και συγχώρεσε στον Πέτρο να αμαρτήσει, επειδή έμελλε να τού εμπιστευθεί πολύν λαό, ώστε να μη είναι χωρίς συγγνώμη προς τους αδελφούς του, όντας απότομος και αναμάρτητος. Έπεσε στην αμαρτία ώστε, κατανοώντας το δικό του αμάρτημα και την συγχώρεση του Δεσπότου, να συγχωρήσει σύμφωνα με τη θεία εντολή και τους άλλους με την χάρη της φιλανθρωπίας, η οποία αρμόζει στον Θεό. Αυτός επομένως που έμελλε να του ενεπιστευθεί η Εκκλησία συγχωρέθηκε να αμαρτήσει, ο στύλος των Εκκλησιών, το λιμάνι της πίστεως, ο Πέτρος ο διδάσκαλος της οικουμένης συγχωρέθηκε να αμαρτήσει, ώστε η δική του συγχώρεση να γίνει προϋπόθεση φιλανθρωπίας για τους άλλους.
Αυτά όμως γιατί τα είπα; Επειδή κι εμείς οι ιερείς που καθόμαστε πάνω σε θρόνο και διδάσκουμε, είμαστε συνδεδεμένοι με αμαρτίες. Γι αυτό λοιπόν ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος ενεπιστεύτηκε να ιερουργεί – επειδή είναι αναμάρτητοι – ώστε να μη κεραυνοβολούν με αποτομία όλους τους αμαρτάνοντας από τον λαό· αλλά άνθρωπος (γεννημένος) από άνθρωπο ενεπιστεύτηκε αυτόν τον θρόνο, και αυτός συνδεδεμένος με την ηδονή και την αμαρτία, ώστε όταν παραλάβει κάποιον αμαρτάνοντα να γίνεται φιλανθρωπότερος προς εκείνον τον αμαρτήσαντα εξαιτίας των δικών του πλημμελημάτων. Γιατί εάν ήταν ιερέας κάποιος άγγελος και παρέλαβε κάποιον που είχε πορνεύσει, ευθύς θα τον θανάτωνε, μιας που ο ίδιος δεν ήταν αναμεμειγμένος στο πάθος αυτό. Γι αυτό εάν άγγελος είχε λάβει το αξίωμα της ιερωσύνης, δεν θα δίδασκε αλλά ευθέως θα σκότωνε επειδή εκείνος δεν είναι τέτοιος (ΣτΜ: δηλαδή αμαρτωλός) και θα τον οδηγούσε σε οργή κατά εκείνου. Αλλά γι αυτό ενεπιστεύτηκε άνθρωπος, έχοντας επίγνωση των πλημμελημάτων του και έχοντας (μάθει) εκ πείρας, ώστε να γνωρίζει μαζί με εκείνους που αμαρτάνουν και να μη κινείται με οργή, και ώστε να αναπαύεται η Εκκλησία με την (μυστηριακή) σύναξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου