Η ελεημοσύνη [Κυριακή της Απόκρεω] (23.2.2020)

Με τις παραβολές που διηγήθηκε ο Χριστός τις προηγούμενες Κυριακές, αδελφοί χριστιανοί, μάς δίδαξε την σημασία της ταπεινοφροσύνης και της μετανοίας. Είδαμε μάλιστα ότι ο Κύριος δεν εξετάζει το μέγεθος των αμαρτιών ούτε του τελώνη ούτε του άσωτου γιου‧ γιατί, όπως λέει ο ψαλμός, «καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει». Σήμερα δεν μάς μιλά με παραβολές αλλά μάς αποκαλύπτει ότι το κριτήριο με το οποίο θα κρίνει τον κόσμο κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του είναι η ελεημοσύνη. Θα έλθει, μάς λέει, και θα φανερωθεί με όλη του την δόξα και θα τον περιστοιχίζουν όλοι οι άγγελοι. Θα συνάξει όλα τα έθνη και θα ξεχωρίσει τους ανθρώπους, όπως ο βοσκός διαχωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια, τα μεν στα δεξιά του και τα άλλα στα αριστερά. -Ελάτε, οι ευλογημένοι του πατρός μου, να κληρονομήσετε την βασιλεία που ετοιμάστηκε για σάς από την αρχή του κόσμου, θα πει στους εκ δεξιών‧ γιατί πείνασα και μού δώσατε να φάω, δίψασα και με ποτίσατε, ήμουν ξένος και με βάλατε στο σπίτι σας, ήμουν γυμνός και με ντύσατε, αρρώστησα και με επισκεφτήκατε, στη φυλακή ήμουν και ήλθατε σ’ εμένα. Τότε θα απορήσουν οι δίκαιοι: -Κύριε, πότε σε είδαμε σε τέτοια ανάγκη και σε ελεήσαμε; -Αλήθεια σάς λέω, θα αποκριθεί ο Κύριος, εφ` όσον το πράξατε σε έναν από τούτους τους αδελφούς μου τους ελάχιστους, σ` εμένα το κάνατε. Στη συνέχεια θα στραφεί στους εξ ευωνύμων και θα τούς πει: -Φύγετε από κοντά μου και πηγαίνετε στο αιώνιο πυρ, το ετοιμασμένο για τον διάβολο και τους αγγέλους του‧ γιατί πείνασα και δεν μού δώσατε να φάω, δίψασα και δεν με ποτίσατε, ήμουν ξένος και δεν με βάλατε στο σπίτι σας, ήμουν γυμνός και δεν με ντύσατε, αρρώστησα και δεν με επισκεφτήκατε, στη φυλακή ήμουν και δεν ήλθατε σ’ εμένα. -Πότε, Κύριε, σε είδαμε πεινασμένο ή διψασμένο, ή ξένο ή γυμνό ή άρρωστο ή φυλακισμένο και δεν σε διακονήσαμε; -Αλήθεια σάς λέω, θα αποκριθεί, εφ’ όσον δεν το πράξατε σε έναν από τούτους τους ελάχιστους, ούτε σ` εμένα το κάνατε. Και θα απέλθουν αυτοί στην αιώνια κόλαση, οι δε δίκαιοι στην αιώνιο ζωή.

Σκληρά τα λόγια τούτα, θα πει κανείς‧ ο Θεός της αγάπης απειλεί με κόλαση και τιμωρία. Αν όμως ήταν χαιρέκακος και εκδικητικός δεν θα μάς αποκάλυπτε τις προθέσεις του αλλά θα περίμενε, για να τιμωρήσει όσο περισσότερους γίνεται. Επειδή όμως είναι φιλάνθρωπος και ελεήμων, μάς αποκαλύπτει τα κλειδιά της βασιλείας του, την ταπεινοφροσύνη, την μετάνοια, την φιλανθρωπία και την ελεημοσύνη. Μάς παρουσιάζει την σημασία, την βαρύτητα και τα αποτελέσματά τους, για να μάς παρακινήσει στην καλλιέργεια της προς τον πλησίον αγάπης, όπου πλησίον είναι ο ξένος και ο εχθρός, όπως μάς δίδαξε με την παραβολή του καλού Σαμαρείτη. Εξετάζει, επομενως, το ελάχιστο όχι της φιλανθρωπίας αλλά της ελεημοσύνης‧ γιατί φιλανθρωπία σημαίνει αγάπη προς τον πλησίον απροϋπόθετη, ενώ η ελεημοσύνη είναι πράξη φιλανθρωπίας η οποία απαντά στην ανάγκη του εμπερίστατου συνανθρώπου μας και αδελφού μας.

Κοιτάξτε πόσο φιλάνθρωπος είναι ο Κύριος‧ -Εφ` όσον ελεήσατε έναν έστω εμπερίστατο αδελφό σας, εμένα ελεήσατε, μάς λέει, και γι` αυτόν τον ένα σάς χαρίζω την αιώνιο ζωή. Βλέπετε πόσο άδικος είναι ο Θεός, πόσο άνισα ανταμείβει το ελάχιστο της αρετής; Γιατί η δικαιοσύνη του Θεού είναι η αγάπη του Θεού‧ γι’ αυτό πιάνεται από μια ασήμαντη και αδάπανη ελεημοσύνη, για να μάς χαρίσει τα πάντα. «Ὁ ἐλεῶν πτωχόν δανείζει Θεόν», λέει κάπου η Γραφή. «Κοίτα το αξιοθαύμαστο», θα σχολιάσει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος‧ «κανένα άλλο έργο αρετής δεν θύμισε, παρά μόνο τούτο. Ενώ μπορούσε να πει “Ελάτε οι ευλογημένοι, γιατί ασκήσατε την σωφροσύνη, την παρθενία, πολιτευτήκατε βίο ισάγγελο”, όλα αυτά τα αποσιωπά‧ όχι επειδή είναι ανάξια μνήμης αλλά επειδή έρχονται δεύτερα μετά την φιλανθρωπία. Και όπως σε αυτούς τους εκ δεξιών, εξ’ αιτίας της φιλανθρωπίας έδειξε ως δώρο την βασιλεία, έτσι και τους εξ αριστερών απείλησε με τιμωρία, εξ αιτίας της ακαρπίας τους. “Πηγαίνετε, οι καταραμένοι, στο σκοτάδι το έξω από εμένα... Γιατί πείνασα και δεν μού δώσατε να φάω”. Δεν είπε, επειδή πορνεύσατε, επειδή μοιχεύσατε, επειδή κλέψατε, επειδή ψευδομαρτυρήσατε, επειδή επιορκήσατε‧ κακά πανθομολογουμένως είναι κι αυτά, αλλά κατώτερα της απανθρωπίας και της ανελεημοσύνης. -Γιατί, Κύριε, δεν μάς υπενθυμίζεις αλλον δρόμο; -Δεν κρίνω, λέει, την αμαρτία, αλλά την απανθρωπιά‧ δεν κρίνω αυτούς που αμάρτησαν αλλά εκείνους που δεν μετανόησαν‧ για την απανθρωπιά σάς καταδικάζω, γιατί ενώ είχατε τέτοιο και τόσο δυνατό φάρμακο σωτηρίας, την ελεημοσύνη, με την οποία έσβηναν όλα τα αμαρτήματα, αντιπαρήλθατε την τόσο μεγάλη ευεργεσία»1.

Ζούσε στον Βόλο ένας άνθρωπος, ο κυρ-Φώτης, γνωστός και αγαπητός σε όλους‧ δεν είναι πάνω από τέσσερα – πέντε χρόνια που άφησε τούτο τον μάταιο κόσμο, αιωνία του η μνήμη. Σπίτι δεν είχε, έμενε σε μια σπηλιά στον λόφο στην άκρη της πόλης. Τα ίδια ρούχα φορούσε, χειμώνα – καλοκαίρι, δεν είχε άλλα. Χρήματα ποτέ δεν κρατούσε και ό,τι τού έδιναν έσπευδε να το χαρίσει στους περαστικούς. Τούς χαιρετούσε όλους, τούς έλεγε λόγια απλά που μιλούσαν στην καρδιά τους. Κάποτε τον είδαν να κάνει περίεργες γκριμάτσες και κινήσεις σε κάτι νεαρούς που είχαν σταματήσει στο φανάρι και τόν έκαναν χάζι. Τόν ρώτησαν γιατί το έκανε αυτό. «Ο κόσμος, καλό μου», απάντησε, «είναι μέσα στο στρες, δεν ξέρει πού πηγαίνει και αναζητά λίγη χαρά. Αυτό προσπαθώ να τούς δώσω. Είδες πόσο χάρηκαν και γέλασαν τούτα τα παιδιά;». Το παράδειγμα αυτό μάς δείχνει ότι ακόμα και ο άνθρωπος που δεν έχει απολύτως τίποτα, δεν εμποδίζεται να αγαπά τον συνάνθρωπό του και να τον ελεεί με τα μέσα που διαθέτει, με έναν λόγο, με μια χειρονομία, με ένα χαμόγελο. Πράγματα μικρά και ταπεινά που όμως, όπως μάς αποκάλυψε σήμερα ο Χριστός, ξεκλειδώνουν την θύρα του Παραδείσου, τον οποίο είθε με την χάρη του Θεού να οικήσουμε όλοι. Αμήν.

--------------------
1PG 49.335

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου