Τα Εισόδια της Θεοτόκου (21-11-2014)

Εβρ. 9.1 – 7

Ἀδελφοί, εἶχεν ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε ἅγιον κοσμικόν. Σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτῃ ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται ἅγια. Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη ῞Αγια ἁγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος ᾿Ααρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.



Εορτάζουμε σήμερα τα Εισόδια της Θεοτόκου, όταν δηλαδή οι γονείς της, ο Ιωακείμ και η Άννα, την αφιέρωσαν στον ναό, τριετές νήπιο, όπου και παρέμεινε μέχρι που οι ιερείς την παρέδωσαν στον Ιωσήφ τον μνήστορα. Η διήγηση αυτή, που περιγράφεται στο απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, έχει γίνει αποδεκτή από την Παράδοση της Εκκλησίας, όπως άλλωστε και η διήγηση του αποκρύφου κειμένου που αποδίδεται στον ευαγγελιστή Ιωάννη, περί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Το πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου λέει ότι αφού οι άτεκνοι Ιωακείμ και Άννα απέκτησαν την Θεοτόκο Μαρία, σε προχωρημένη ηλικία και μετά από πολλές προσευχές και δεήσεις, αποφάσισαν να εφαρμόσουν την παράδοση που αφορούσε στα πρωτότοκα αγόρια, δηλαδή να την αφιερώσουν στον ναό. Έτσι, όταν συμπλήρωσε το τρίτο έτος της ηλικίας της την συνόδεψαν, εν μέσω λαμπαδηφορούντων νεανίδων, και οι ιερείς την οδήγησαν στα άγια των αγίων, στο ενδότερο δηλαδή του ναού του Σολομώντα, όπου φυλάσσονταν η Κιβωτός της Διαθήκης με τις πλάκες του δεκαλόγου, η χρυσή στάμνα με το μάννα και η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα. Εκεί κανείς δεν είχε το δικαίωμα να εισέρχεται, παρά μόνο ο αρχιερέας του Ισραήλ, μία φορά το χρόνο, για να προσφέρει θυμίαμα στον Θεό. Εκεί παρέμεινε η Υπεραγία Θεοτόκος δώδεκα ολόκληρα χρόνια, και τρέφονταν από έναν άγγελο και διαφύλαξε την φυσική της αγνότητα άσπιλη, μέχρι να έρθει η ώρα να μνηστευθεί τον Ιωσήφ και σχεδόν αμέσως να γίνει αποδέκτης του χαιρετισμού του αρχαγγέλου Γαβριήλ και να συλλάβει τον Χριστό εκ Πνεύματος Αγίου.
Το ανάγνωσμα από την προς Εβραίους επιστολή του αποστόλου Παύλου το οποίο ακούσαμε σήμερα, περιγράφει την Σκηνή του Μαρτυρίου, η οποία στα πρώτα χρόνια ήταν μία μεγάλη δίχωρη σκηνή, ενώ την εποχή του Χριστού αποτελούσε το ιερότερο μέρος του ναού του Σολομώντα, και αποτελούνταν πάλι από δύο μέρη, τα άγια και τα άγια των αγίων. Και ενώ στα άγια προσέρχονταν πάντα όλοι οι ιερείς για να προσφέρουν λατρεία, στα άγια των αγίων, όπως είπαμε, έμπαινε ο αρχιερεύς μόνο μία φορά τον χρόνο, αφού πρώτα προσέφερε θυσίες με αίμα ζώων, τα οποία θυσίαζε για να καθαριστούν τα αμαρτήματά του και τα αγνοήματα του λαού.

Ο απόστολος Παύλος παραλληλίζει τον αρχιερέα του Ισραήλ με τον Χριστό, λέγοντας ότι ο μεν πρώτος έπρεπε να επιτελεί τον εξαγνισμό κάθε χρόνο, ενώ ο Χριστός προσέφερε το αίμα του εφάπαξ και διαπαντός, ως λύτρο και καθαρκτικό από τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων, των τότε, των πριν και των μετέπειτα. Γι αυτό και δεν έχουμε πλέον ανάγκη το παλαιό ιερατείο, ούτε να θυσιάζουμε ζώα, τα οποία εξάλλου δεν προσέφεραν ουσιαστικό καθαρμό στους ανθρώπους, διότι οι εξαγνισμοί εκείνοι ήταν σαρκικοί, ενώ η αμαρτία έχει χαρακτήρα πρωτίστως πνευματικό. Η σκιά και οι τύποι παρήλθαν, τώρα τα πάντα έχουν γίνει καινούρια κτίσις, τώρα ο Τάφος αναβλύζει το φως της Αναστάσεως και την λύτρωση για όλους τους πιστούς. Η λατρεία των χριστιανών είναι λογική λατρεία, εν πνεύματι και αληθεία, γι αυτό και δεν συνδέεται με κανέναν τόπο αλλά προσφέρεται εν παντί καιρώ και πάση ώρα. Αρχιερεύς για εμάς είναι ο Χριστός, και μάλιστα «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ», δηλαδή χωρίς προηγούμενο και χωρίς επόμενό του· είναι επίσης θύμα ιερόν, ο προσφέρων και προσφερόμενος όπως λέμε στην Θεία Λειτουργία. Κάτω από αυτή την προοπτική εξηγείται ο λόγος για τον οποίο στους χριστιανικούς πλέον ναούς έχει το δικαίωμα και μπαίνει όλος ο πιστός λαός, ενώ στο ιερό βήμα μόνο οι λειτουργοί, οι διάκονοι δηλαδή και συλλειτουργοί του μόνου ιερουργούντος και προσφερομένου Χριστού.

Από τον παραλληλισμό του Χριστού με τον αρχιερέα του Ισραήλ προήλθε και ο παραλληλισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου με την Σκηνή του Μαρτυρίου, εντός της οποίας κατέβαινε ο Θεός και μιλούσε με τους προφήτες. Προτύπωση επίσης της Παναγίας θεωρείται η Κιβωτός της Διαθήκης η οποία κρατούσε τις θεϊκές εντολές, ομοίως η στάμνα η οποία περιείχε το μάννα εξ ουρανού, και τέλος η ράβδος του Ααρών η βλαστήσασα. Οι λόγοι των αγίων Πατέρων και η υμνολογία της Εκκλησίας μας πολλές φορές αναφέρονται στις εικόνες αυτές ως προτυπώσεις της Παναγίας και του ρόλου τον οποίο επιτέλεσε για την σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και την εν γένει σωτηρία του ανθρώπινου γένους. Έτσι, ένας ύμνος από την ενάτη ωδή της εορτής, σύνοψίζει όλα αυτά ως εξής:

«Παραδόξως προδιετύπου Ἁγνή,
ὁ Νόμος σε σκηνὴν καὶ θείαν στάμνον,
Ξένην κιβωτόν, καὶ καταπέτασμα καὶ ῥάβδον,
Ναὸν ἀκατάλυτον, καὶ πύλην Θεοῦ·
Ὅθεν ἐκδιδάσκει σοι κράζειν·
Ὄντως ἀνωτέρα πάντων, ὑπάρχεις Παρθένε ἁγνή».

Την ανωτέρα πάντων ανθρώπων Υπεραγία Θεοτόκο ας ανυμνήσουμε κι εμείς με μια φωνή και μια καρδιά, ευχαριστούντες τον φιλάνθρωπο Θεό για τις άπειρες ευεργεσίες του τις οποίες προσέφερε και πάντα προσφέρει απλόχερα στον κόσμο, και ας την παρακαλέσουμε να πρεσβεύει στον υιό της και Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ώστε όλους να μάς αναδείξει ναούς αγιασμένους του εν ημίν οικούντος Αγίου Πνεύματος. Αμήν.


π. Χ.Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου