Ο τυφλός και οι πνευματικά τυφλοί [Κυριακή ΙΔ΄ Λουκά] (1.12.2019)


Η περικοπή του κατά Λουκάν Ευαγγελίου[1] που ακούσαμε σήμερα, αδελφοί χριστιανοί, μάς μιλά για έναν τυφλό, ο οποίος καθόταν στο δρόμο έξω από την Ιεριχώ και ζητιάνευε. Κάποια στιγμή άκουσε κόσμο πολύ να πλησιάζει. Ρωτούσε λοιπόν να μάθει τί συμβαίνει και τού είπανε ότι περνά ο Ιησούς από την Ναζαρέτ. Άρχισε τότε να φωνάζει λέγοντας, «Ιησού, γιε του Δαβίδ, ελέησέ με», ενώ ο κόσμος τού έκανε παρατήρηση λέγοντάς του να σωπάσει. Ο Χριστός όμως στάθηκε, ζήτησε να φέρουν μπροστά του τον τυφλό και τον ρώτησε: «Τί θέλεις να σού κάνω;» Εκείνος είπε: «Κύριε, για να δω». Ο Ιησούς απάντησε: «Δες. Η πίστη σου σε έσωσε», και μονομιάς ο τυφλός βρήκε το φως του και ακολουθούσε τον Χριστό δοξάζοντας τον Θεό, μαζί με τον λαό που έγινε μάρτυρας αυτού του θαύματος.


Σε όλες σχεδόν τις θαυματουργές θεραπείες που περιγράφονται στα Ευαγγέλια, ο Χριστός υπογραμμίζει την πίστη των ανθρώπων που ζητούσαν το θαύμα. Αντίθετα, δηλαδή, με αυτό που λένε μερικοί, οτι θέλουν να δουν κάποιο θαύμα για να πιστέψουν, ο Χριστός σήμερα μάς υπενθυμίζει ότι η πίστη είναι προϋπόθεση του θαυματος. Γιατί ο άπιστος άνθρωπος, ακόμα κι αν συμβεί κάποιο θαύμα μπροστά στα μάτια του, προφασίζεται μύρια όσα για να το αρνηθεί και μοιάζει με τους φαρισαίους που έλεγαν ότι ο Ιησούς εκβάλει τα δαιμόνια στο όνομα του άρχοντα των δαιμονίων.

Ας επανέλθουμε όμως στα νοήματα που βγαίνουν από τούτη την περικοπή. Λαός πολύς ακολουθούσε τον Χριστό, κι όμως ο τυφλός και περιφρονημένος αποδείχθηκε ο πιο πιστός από όλους. Όλοι αυτοί που ακολουθούσαν τον Χριστό, είχαν προφανώς αφήσει κατά μέρος τις δουλειές ή τις υποχρεώσεις τους και βάδιζαν μαζί του. Δεν είναι όμως σίγουρο ότι άκουγαν και τα λόγια του, γιατί τότε δεν θα έκαναν τόσο θόρυβο. Δεν ενοχλήθηκαν από τούτη την οχλοβοή, ωστόσο θεώρησαν ως απρέπεια τις κραυγές του τυφλού, τον οποίο βιάστηκαν να επιτιμήσουν. Ο Χριστός όμως τούς δίδαξε, κι έμάς μαζί με εκείνους, ότι αλλιώς ζυγιάζει ο Θεός τους ανθρώπους. Αγνοεί τους θορύβους του κόσμου, αφουγκράζεται τις καρδιές των μικρών και καταφρονεμένων και επιβραβεύει με έργα και με λόγια την ζέση της πίστης. Δίνει την όραση στον τυφλό, κι ανοίγει τα μάτια όλων ώστε να δούμε ότι το πιο σημαντικό γεγονός της ημερας δεν είναι άλλο από την παράκληση «Κύριε, ελέησέ με».

Τυφλοί πνευματικά είμαστε όλοι μας, αδελφοί χριστιανοί, είτε βάλουμε τον εαυτό μας στην θέση του τυφλού της περικοπής, είτε σε εκείνη του όχλου. Τυφλωμένοι από τις τρικυμίες του βίου και από το κοσμικό πνεύμα, γιατί όπως είδαμε στην παραβολή του καλού Σαμαρείτη η Ιεριχώς συμβολίζει τούτο τον κόσμο, καθόμαστε στην είσοδο της πόλης, γιατί είμαστε περαστικοί από τούτον τον κόσμο, και προσδοκούμε να τύχουμε της αγάπης και της φιλανθρωπίας των συνανθρώπων μας. Οι άνθρωποι όμως, ως συνήθως, κοιτούν την δουλειά τους, τρέχουν πίσω από τους κάθε είδους επιφανείς και ενοχλούνται όταν βρεθούμε στον δρόμο τους. Η ελπίδα του κόσμου είναι ο Χριστός, που έρχεται να μάς διδάξει την δικαιοσύνη του Θεού και την φιλανθρωπία του, να φωτίσει τον μέσα μας άνθρωπο και να μάς προσφέρει την απολύτρωση. Αρκεί με πίστη να φωνάξουμε το «Κύριε, ελέησον».

Ακόμα όμως κι αν θεωρούμε ότι είμαστε μαθητές του Χριστού και κάνουμε κάποιον αγώνα για να τον ακολουθούμε στην ζωή μας, σαν «καλοί χριστιανοί», ακόμα κι αν νομίζουμε ότι σκοπός της ζωής μας είναι να κηρύξουμε το Ευαγγέλιο στον κόσμο, όταν δημιουργούμε θόρυβο τότε τυφλοί πνευματικά είμαστε και περιφρονούμε τους μικρούς που τολμούν ακόμα και να εκζητήσουν το έλεος του Θεού. Γιατί θόρυβο προκαλούμε όταν περηφανευόμαστε επειδή εκκλησιαζόμαστε και έχουμε μια κάποια σειρά στην πνευματική μας ζωή. Θόρυβο προκαλούμε όταν καυχώμαστε για τους πνευματικούς μας οδηγούς. Θόρυβο προκαλούμε όταν κρίνουμε τους αδελφούς μας, ασχέτως αφορμής. Με τον τρόπο αυτό γινόμαστε τυφλοί, γιατί λησμονούμε ότι τους μικρούς διάλεξε ο Χριστός για να μάς διδάξει τις μεγαλύτερες αλήθειες και πρώτο τον κατάδικο ληστή έμπασε στον Παράδεισο. Και τότε η πίστη γίνεται χλιαρή και η προσευχή εξασθενεί.

Ας είμαστε, επομένως, προσεκτικοί. Εκείνο που σε κάθε περίπτωση έχουμε ανάγκη είναι η ζέση της πίστεως και να στρέψουμε τα μάτια της ψυχής μας στον πραγματικό μας σωτήρα, τον Χριστό. Ας τον επικαλούμαστε σαν τον τυφλό, μέρα και νύχτα, με την μονόλεκτο προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», ώστε σε κάθε Θεία Λειτουργία να ψάλλουμε με τα χείλη, με τον νου, με όλη την δύναμη της καρδιάς και της διανοίας μας το «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον‧ εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες‧ αὔτη γαρ ἡμᾶς ἔσωσεν». Αμήν.


--------------------------------
[1] Λουκ. ιη’ 35-43.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου