Ο θρήνος και το θαύμα [Κυριακή των Μυροφόρων] (3.5.2020)


Αδελφοί χριστιανοί, Χριστός Ανέστη!

Όρθρου βαθέως, πριν δηλαδή να χαράξει, μάς λέει η σημερινή ευαγγελική περικοπή [1], κίνησαν οι μυροφόρες γυναίκες, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Ιωάννα και η Μαρία του Ιακώβου και άλλες μαζί μ’ αυτές, και ήλθαν στο μνημείο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, για να τόν θρηνήσουν για άλλη μια φορά και να καλύψουν με μύρα το άχραντο σώμα του, κατά την συνήθεια της εποχής εκείνης. Τον θρήνο όμως διαδέχτηκε απορία, καθώς βρήκαν τον λίθο του μνημείου μετακυλισμένο και άφαντο το σώμα του Χριστού. Φάνηκαν τότε δυο άνδρες με απαστράπτουσα φορεσιά και τούς είπαν: -Γιατί ψάχνετε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς; δεν είναι εδώ αλλά σηκώθηκε‧ θυμηθείτε τὶ σάς είπε όταν ήταν ακόμη στην Γαλιλαία, ότι πρέπει ο υιός του ανθρώπου να παραδοθεί σε χέρια αμαρτωλών και να σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα να αναστηθεί. Έτρεξαν με χαρά και ανήγγειλαν το γεγονός στους έντεκα μαθητές και σε όλους τους άλλους. Εκείνοι όχι μόνο δεν τις πίστεψαν, αλλά τούς φάνηκαν τα λόγια τους σαν παραλήρημα. Σηκώθηκε ο Πέτρος και έτρεξε στο μνημείο‧ είδε τα σάβανα να κείτονται κενά και αναχώρησε θαυμάζοντας το γεγονός.

«Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς». Τόσο μεγάλη ήταν η έκπληξη και η χαρά των μυροφόρων, όσο βαθύς κι απαρηγόρητος ο θρήνος τους για τον αγαπημένο τους διδάσκαλο. Σε μια στιγμή η απελπισία και τα δάκρυα έσβησαν, για να δώσουν την θέση τους στον παροξυσμό της χαράς και της απέραντης ελπίδας. Σε μια υπέροχη ομιλία για την Ανάσταση του Χριστού, ο Άγιος Επιφάνιος Κύπρου μάς περιγράφει τούτη την ανέλπιστη χαρά της ανθρωπότητας και μάς προτρέπει σε προσευχή προς τον αναστάντα Κύριο και Θεό μας, γιατί είναι ο μόνος που δύναται να μάς απαλλάξει από κάθε είδους θλίψη και στενοχώρια του ανθρώπινου βίου.

«Ο τριήμερος Ήλιος της δικαιοσύνης ανέτειλε σήμερα», μάς λέει, «και όλη την κτίση φώτισε‧ ο τριήμερος και προαιώνιος Χριστός ο βότρυς βλάστησε και γέμισε την οικουμένη με ευφροσύνη. Ας δούμε την ανέσπερη αυγή, ας σηκωθούμε σήμερα πριν ξημερώσει, και γεμίσαμε με την χαρά του φωτός. Οι πύλες του άδη από τον Χριστό ανοίχτηκαν κι οι νεκροί σαν από ύπνο αναστήθηκαν. Ανέστη Χριστός, η ανάσταση των πεσόντων, και τον Αδάμ μαζί ανασήκωσε‧ ανέστη Χριστός, η ανάσταση πάντων, και την Εύα από την κατάρα απάλλαξε‧ ανέστη Χριστός η ανάσταση, και τον πριν άσχημο, αφού κατακόσμησε τον έκανε λαμπρό‧ σηκώθηκε και βγήκε έξω σαν από ύπνο ο Κύριος, και όλους τους εχθρούς του αφού έπληξε καταντρόπιασε. Ανέστη, και χαρά σ’ όλη την κτίση δώρησε‧ ανέστη, και το δεσμωτήριο του άδη άδειασε‧ ανέστη, και την φθορά της φύσεως στην αφθαρσία οδήγησε‧ ανέστη Χριστός, και τον Αδάμ στο αρχαίο αξίωμα της αθανασίας απεκατέστησε...

»Αυτή η εορτή είναι όλων των εορτών κορυφή και ακρόπολη‧ αυτή η ημέρα, την οποία ευλόγησε ο Θεός και την αγίασε, γιατί αυτή την ημέρα έπαυσε εντελώς από όλα του τα έργα, αφού έφερε εις τέλος την σωτηρία των επιγείων μαζί και των καταχθονίων... Το Πάσχα μας, το Πάσχα το αληθινό, θυσιάστηκε ο Χριστός, και ιδού η εν Χριστώ καινούρια κτίση, ιδού η εν Χριστώ καινούρια πίστη, καινούριοι νόμοι, καινούριος ο λαός του Θεού, καινούριος και όχι παλαιός Ισραήλ και καινούριο Πάσχα, καινή και πνευματική περιτομή, καινή και αναίμακτη θυσία, Καινή και θεϊκή Διαθήκη. Ανακαινισθήτε σήμερα και πνεύμα ευθές εγκαινιάστε στις καρδιές σας, για να δεχθείτε τα μυστήρια της νέας και αληθινής εορτής...

»Έπειτα τί και μετά από αυτά; Εμείς μόνοι γιορτάζουμε, ή θα μεριμνήσουμε και για τον πλησίον; Εμείς θα πανηγυρίσουμε, ή και για άλλους θα κάνουμε λόγο; Απαραιτήτως ας γίνει της γιορτής μας κάποιος θεάρεστος μαζί και ευπρόσδεκτος κοινός στεναγμός της Εκκλησίας προς τον Θεό, και ας μνημονεύσουμε υπέρ των αδελφών μας που βρίσκονται σε ανάγκη... γιατί αν ένα μέλος πάσχει, όλα τα μέλη συμπάσχουν. Ας συμπαθήσουμε, λοιπόν, με τους αδελφούς μας, με τα δικά μας μέλη‧ οι μεν με χρήματα, οι δε με τον λογο και άλλοι με καλά έργα, όλοι όμως με την γι’ αυτούς προς τον Θεό ικεσία. Κοινή όλων, παρακαλώ, ας γίνει σήμερα πρεσβεία προς τον Θεό, γιατί κοινή είναι και η αιχμαλωσία μας. Κοινή, παρακαλώ, ας γίνει η δέηση, γιατί κοινή είναι η παίδευση... ας ακούσουμε τον Χριστό που λέει ότι “Εάν δύο ή τρεις συμφωνήσουν σε προσευχή, για κάθε πράγμα για το οποίο θα ζητήσουν, θα πραγματοποιηθεί το αίτημά τους”. Μεγάλο όπλο είναι, αδελφοί, η προσευχή της Εκκλησίας‧ μεγάλο τείχος, αδελφοί, η προσευχή προς τον Θεό της συμφωνίας, και μάλιστα της αιχμαλωσίας του πιστού λαού. Μην τολμήσει ούτε ένας να πει ότι ο Θεός δεν εισακούει τους αμαρτωλούς. Περισσότερο δέχεται την δέηση των ταπεινών, και μάλιστα εκείνων που για το όνομά του καταπονούνται, μαστιγώνονται, φθλακίζονται, θλίβονται, υβρίζονται από τους εχθρούς, και δεν αρνούνται την πίστη του Χριστού...

»Γι αυτό κι εμείς παίρνοντας θάρρος από τις προσευχές εκείνων, και αποβλέποντας στην παρρησία τους προς τον Θεό, από κοινού και επί μακρόν ας προσευχηθούμε για τους αδελφούς μας που βρίσκονται σε ανάγκη, διότι πολλές φορές η φιλανθρωπία η βασιλική κατά την διάρκεια των εορτών χαρίζει άφεση και απολύτρωση σε πολλούς καταδίκους... Παρακαλούμε λοιπόν την αγάπη σας να μνημονεύσει εκτενώς τους αδελφούς μας που βρίσκονται σε ανάγκη, και κατ’ εκείνη την φρικτή ώρα, κατά την οποία υποδεχόμαστε στα χέρια μας τον ατίμητο μαργαρίτη του σώματος του Χριστού. Με αυτόν τον τρόπο ας προσευχηθούμε για τους αδελφούς μας και ας πούμε στον Χριστό: Σύ που είσαι ο μόνος ο τότε και τώρα αληθινός Θεός και φιλάνθρωπος Δεσπότης, που με το Πάσχα γλύτωσες τον Ισραήλ απὸ την δουλεία της Αιγύπτου και με το αίμα του αρνιού χάρισες σ’ αυτόν την ελευθερία, αυτός και τώρα με το άχραντό σου Σώμα και με το τίμιό σου Αίμα, ελευθερία στον κόσμο σου χάρισε από την πικρή δουλεία. Σύ που καταδέχτηκες της αμαρτωλής πόρνης τον κλαυθμό, δέξου σήμερα και την Εκκλησία σου και τον στεναγμό της αιχμαλωσίας. Σύ που δέχτηκες του ληστή του πιστού την παράκληση, δέξου του λαού σου του πιστού την δέηση. Συ που δέχτηκες του Πέτρου την μετάνοια και τον στεναγμό, δέξου και ημών των πτωχών το κλάμα... Ο Θεός, που τριήμερος αναστήθηκες από τους νεκρούς, ανάστησε από τους εχθρούς σου τον πιστό σου λαό... Συ που έλαβες δούλου μορφή, λύτρωσε τον ταπεινό σου λαό από την δουλεία. Συ που καταδέχτηκες να γίνεις νήπιο για χάρη μας, σώσε από το μαχαίρι τα νήπιά μας.

»Συ ο τότε Θεός, που μαζί με την μητέρα ξενιτεύτηκες στην Αίγυπτο, ανακάλεσε από τον μακρύ ξενιτεμό τις μητέρες και τα παιδιά τους... Συ που στον σταυρό φώναξες “Διψώ”, δρόσισε ψυχές διψασμένες και πεινασμένες... Συ που τότε φώναξες στις μυροφόρες το “Χαίρετε”, αυτός και τώρα φώναξε στις Εκκλησίες σου “Χαίρετε”. Συ που με τα τίμια καρφιά προσηλώθηκες τα χέρια και τα πόδια στον σταυρό, λύσε τα χέρια και τα πόδια από τους σιδηροδέσμιους λαούς... Συ που έχυσες για εμάς το άχραντό σου αίμα, σταμάτησε το αιματοκύλισμά μας. Σώσε τον λαό σου, Δέσποτα, λυπήσου την κληρονομιά σου. Ανασηκώσου, γιατί κοιμάσαι, Κύριε; Γιατί μακροθυμείς προς τους εχθρούς; γιατί μάς αποστρέφεται το πρόσωπό σου; Ανασηκώσου και μην απωθείσαι εντελώς, μην παραβλέψεις πλήρως. Θυμήσου τον σταυρό σου, θυμήσου τον λαό σου, θυμήσου την ευσπλαγχνία σου. Συ που επί σαράντα ημέρες για εμάς εκουσίως δέχτηκες πειρασμούς, Δέσποτα, θυμήσου τους λαούς σου που δοκιμάζονται στις ερημιές, τις άνυδρες και αδιάβατες‧ εκείνους θυμήσου μαζί μ’ εμάς και πριν από εμάς, αγαθέ φιλάνθρωπε. Βοήθησέ τους, πρόφτασέ τους, εκείνους λοιπόν επισκέψου‧ εκείνους, τους πιο ελεεινούς από όλους, τους πιο ταπεινούς από όλους τους ανθρώπους πάνω στη γη‧ εκείνους τους που οι άνθρωποι έθεσαν στις ερημιές απελπισμένους, οι οποίοι διώχτηκαν μακριά από την αγκαλιά σου, οι οποίοι πολύ παιδεύτηκαν από τον θυμό σου, οι οποίοι πολύ ελέγχθηκαν από την οργή σου, οι οποίοι πριν από τον θάνατο ως νεκροί απ’ τους ανθρώπους χτυπήθηκαν, οι οποίοι με τα άγρια θηρία να κατοικούν καταδικάστηκαν‧ των οποίων την ταλαιπωρία κανείς δεν βλέπει, παρά μόνο το δικό σου ακοίμητο μάτι, των οποίων την ανάγκη σύ, Δέσποτα, γνωρίζεις και άλλος κανείς..

»Σ’ εκείνους, Δέσποτα, κάνε μικρή ελεημοσύνη‧ γιατί δεν ζητώ πολλά... Μην τούς αφήσεις έξω, αλλά μετά την δοκιμασία δείξε και την φιλανθρωπία σου, για να μην καυχηθούν στο τέλος οι Ιουδαίοι, για να μην πούν τα έθνη για εμάς: - Πού είναι ο Θεός τους; Πού είναι ο Χριστός τους; Πού είναι ο σταυρός τους; Πού είναι η ελπίδα τους; Πού η πίστη των Χριστιανών; Για να μην τα πούνε όλα αυτά, ας θεωρήσουν γρήγορα τα ελέη σου προς εμάς‧ γρήγορα ας μάς προλάβουν οι φιλανθρωπίες σου, Κύριε, γιατί πολύ πτωχεύσαμε, γιατί πολύ ταπεινωθήκαμε, γιατί πολύ λιγοστέψαμε... Αυτά λέγοντας δεόμαστε, δεν αντιμαχόμαστε, Δέσποτα... Κλαίμε, γιατί και οι λοιποί κινδυνεύουν‧ αν και αμαρτωλοί, όμως Χριστιανοί τυγχάνουμε‧ αν και ταπεινοί, όμως λαός της πίστεώς σου‧ αν και ανάξιοι φιλανθρωπίας, αλλ’ όμως πρόβατα της Εκκλησίας σου είμαστε, σε ένα τόπο συναθροισμένα. Αυτή την ικεσία υπέρ της αιχμαλωσίας του πολυπληθούς λαού σου, εμείς οι πτωχοί σού προσφέρουμε, κατά την ημέρα της τριημέρου Αναστάσεώς σου, ιερείς και λαοί, νεαροί και παρθένες, γέροντες μαζί με νεότερους, νήπια μαζί με μητέρες, κάθε ψυχή που πιστεύει σ’ εσένα‧ τους οποίους λύτρωσε όλους από κάθε επικείμενη απειλή και αξίωσέ τους της βασιλείας σου, με την χάρη και την φιλανθρωπία του μονογενούς σου Υιού και Δεσπότου Θεού και σωτήρα μας Ιησού Χριστού, μαζί με το πανάγιο και ζωοποιό αυτού Πνεύμα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν».


--------------------
1. Λουκ. κδ’ 1-12.
 
 
Για να το ακούσετε ηχογραφημένο, πατήστε στον επόμενο σύνδεσμο.
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου