Ποιμαντική πολιτική ή πολιτική ποιμαντική


Το ξεκαθαρίζω εξαρχής: η ποιμαντική με την πολιτική δεν έχουν καμία σχέση, και κατά συνέπεια δεν μπορεί να υπάρξει ποιμαντική πολιτική ή πολιτική ποιμαντική, όπως δεν γίνεται νερόλαδο ή λαδόνερο. Έτερον εκάτερον. Ο λόγος του διπλά οξύμωρου τίτλου σκοπό έχει να μάς προβληματίσει για το οξύμωρο της συμπεριφοράς πολλών εξ ημών των χριστιανών. Ερωτήθηκε προχτές ο αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος για το σχέδιο νόμου που επεκτείνει το σύμφωνο συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια, και έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Η ένωση δύο ανθρώπων, μέσω του γάμου, αποτελεί Μυστήριο μέγα για την Εκκλησία μας. Καθετί, έξω από το Μυστήριο αυτό, είναι ξένο προς την εκκλησιαστική ζωή»[1]. Ίσως μερικοί εξ ημών των χριστιανών απογοητεύτηκαν, γιατί θεώρησαν ότι έπρεπε ο αρχιεπίσκοπος να εκφραστεί με πιο δυναμικό τρόπο ή και με μαχητικές ενέργειες.

Δεν έχει σημασία ποιος έκανε την παραπάνω δήλωση, ακόμα κι αν ήταν ο τελευταίος παπάς του πλέον ακριτικού χωριού, αλλά το ξεκάθαρο μήνυμα που μεταφέρει στους εγγύς και στους μακράν. Γιατί η φράση αυτή πρώτον, δεν καταδικάζει κανέναν, αλλά εκφράζει τη θέση και τον Λόγο της Εκκλησίας, όχι αντίθεση ούτε αντίλογο· δεύτερον, ορθοτομεί τον λόγον της αληθείας, καθότι εκφράζει με σαφήνεια την ορθόδοξη πίστη, ότι μόνος ευλογημένος από το Ευαγγέλιο τρόπος συμβίωσης είναι μέσα από το ιερό Μυστήριο του Γάμου· και τρίτον, και τους εντός της μάνδρας κατηχεί και τους εκτός θέλει να προβληματίσει.

Τι λέει σε εμάς αδελφέ χριστιανέ; Μάς λέει ότι δεν είναι αμαρτία μόνο το σύμφωνο συμβίωσης των ομόφυλων, αλλά επίσης το σύμφωνο συμβίωσης των ετερόφυλων ζευγαριών και ο πολιτικός γάμος και η μοιχεία και οι άτυπες συμβιώσεις εκτός ή πριν από τον Γάμο, οι δικές μας, των αδερφών μας ή των παιδιών μας. Μάς λέει κοιτάξτε τη ζωή σας, και αντί να μετράτε τις ζωές των άλλων, μετρήστε πρώτα με το μέτρο που κρατάτε στα χέρια σας ή στη γλώσσα σας τον ίδιο σας τον εαυτό, και άμα μετρηθείτε αναμάρτητοι, ρίχτε το λιθάρι του αναθέματος. Αν ο Μέγας Βασίλειος εξέφρασε την βαθύτατη ρήση «και γυναίκα ου γινώσκω και παρθένος ουκ ειμί», εννοώντας προφανώς την πάλη του έσω ανθρώπου με την επιθυμία της σάρκας και τις πτώσεις στις οποίες πέφτει ο νους, δηλαδή ο έσω άνθρωπος, τότε νομίζω πως όλοι μας θα μετρηθούμε, αδελφέ μου, ένοχοι. Και θα πάψουμε να ασχολούμαστε με το έξωθεν του ποτηρίου, το δικό μας και των άλλων.

Η πιο πάνω δήλωση δεν καταδικάζει τους ομοφυλόφιλους, ούτε τους πολιτικούς που θεσμοθετούν για πολιτικούς λόγους. Απευθύνεται όμως και σε εκείνους, όταν λέει ότι κάθε τι έξω από το Μυστήριο του Γάμου, δεν έχει σχέση με την εκκλησία. Θέτει υπόψη τους το ασύμβατο της ενέργειας ως προς το Ευαγγέλιο, και τούς αφήνει να σκεφτούν και να επιλέξουν την πορεία τους, ως πλασμένοι από τον Θεό να έχουν και να ασκούν την ελευθερία που τούς έδωσε. Γιατί δεν ζητάει να μην ψηφιστεί ένας «αντιχριστιανικός» νόμος; Επειδή ο νόμος του Θεού δεν έχει ανάγκη τον νόμο των ανθρώπων για να σταθεί· ίσταται υπεράνω κάθε ανθρώπινου νόμου, γι αυτό και ο χριστιανός μπορεί να πράττει τις εντολές του Θεού, την αγάπη, την πραότητα, την αγαθοσύνη, την πίστη, την εγκράτεια κλπ, ανεξάρτητα από τη χώρα, το καθεστώς ή τη νομοθεσία κάτω από την οποία ζει, ακόμα και υπό τις πλέον αντίξοες συνθήκες. Άρα, τα παιδιά της Εκκλησίας δεν τα ενοχλεί τούτος ο νόμος, δεν περιορίζει την ελευθερία τους ούτε τα δικαιώματά τους, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν πράττουν αντίχριστα έργα, δεν συνάπτουν σχέσεις εκτός Γάμου, δεν μοιχεύουν, δεν συνάπτουν σύμφωνο συμβίωσης αλλά παντρεύονται στην εκκλησιά και, φυσικά, δεν είναι ομοφυλόφιλοι. Ή μήπως συμβαίνουν και αυτά;

Κατά συνέπεια, εφόσον άλλοι είναι οι όροι της Εκκλησίας και άλλοι οι όροι της Πολιτείας, ως πιστοί χριστιανοί ασφαλώς και δεν θα κάνουμε χρήση της δυνατότητας που παρέχει ο νόμος· δεν έχει όμως εκκλησιολογικό και αγιοπατερικό έρεισμα η αξίωση να θεσπιστούν νόμοι οι οποίοι θα επιβάλλουν μόνο ό,τι η Αγία Γραφή διδάσκει ως σωστό. Ούτε, ασφαλώς, η επίδειξη δυνάμεως είτε προς τους κρατούντας είτε προς τους παραστρατημένους αδελφούς μας, η καταλαλιά και η κατάκριση. Μια τέτοια ενέργεια καταβιβάζει την Εκκλησία από τα επουράνια στα επίγεια· «ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις»[2]. Άλλο πράγμα, επομένως, ότι δεν χρησιμοποιώ ένα «δικαίωμα» που μού δίνει ο νόμος των ανθρώπων, επειδή ο νόμος του Ευαγγελίου ορίζει κάτι ανώτερο, άλλο θέμα εάν ένας νόμος με υποχρεώνει να πράξω τα αντίθετα από αυτά που λέει ο Θεός και άλλο να αξιώνω ο νόμος του Θεού να επιβληθεί διά του ανθρώπινου νόμου. Γιατί, αν μη τι άλλο, είναι σαν να παραδέχομαι ότι ο Θεός έχει ανάγκη τους ανθρώπινους νόμους για να επιβάλλει το θέλημά του. Μα, δεν είπε «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» [3];

Επομένως, αφού ή ποιμαντική θα κάνουμε ή πολιτική, και επειδή ο Κύριος έδειξε το παράδειγμα του καλού ποιμένος, νομίζω ότι μάς αρμόζει η εξής στάση: οι μεν χριστιανοί, όλοι ανεξαιρέτως, ας έχουμε κατά νου ότι ο έλεγχος της αμαρτίας δεν αφορά τους άλλους, τους «αμαρτωλούς» αλλά εμάς, τον έσω άνθρωπο, την πιθανότητα ο πειρασμός να προσβάλλει και την δική μας καρδιά. Εξάλλου, «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» [4]. Οι δε κληρικοί, ως ποιμένες και διδάσκαλοι, έχουμε χρέος να περιφρουρήσουμε το ποίμνιο και να το διδάξουμε: «διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ρῆμα Θεοῦ, διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι, καὶ εἰς αὐτὸ τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καὶ δεήσει». Έτσι θωρακίζονται τα πρόβατα, όχι πετώντας ψωμί στους λύκους. Και αφού ασφαλιστούν αυτά τα εντός, να αναζητήσουμε το ορειάλωτον, να το σηκώσουμε στους ώμους, να γίνουμε τοις πάσι τα πάντα, προκειμένου να τους βοηθήσουμε να σωθούν[6]. Η ποιμαντική είναι ήρεμη δύναμη όπως ο Κύριος, ο οποίος δεν βρίσκεται στη βροντή, ούτε στο σεισμό, ούτε στην ανεμοθύελλα, ούτε στη φωτιά, αλλά στην λεπτή αύρα[7].

Έχω την άποψη ότι σε ορισμένα θέματα ίσως είναι απαραίτητο η Εκκλησία να εκφράζεται με πιο δυναμικό τρόπο, πάντα εντός των ορίων της αγιοπατερικής Παραδόσεως. Ωστόσο, για την πιο πάνω δήλωση έχω να πω το εξής: αν μια τόση δα πρόταση λέει τόσα πολλά, τα λόγια περιττεύουν, νομίζω.

π. Χερουβείμ Βελέτζας
Απλά και Ορθόδοξα

---------
[1] http://www.ecclesia.gr/epikairotita/main_epikairotita_next.asp?id=1462
[2] Εφεσ. 6.12
[3] Ματθ. 16.24
[4] Ματθ. 21.31
[5] Εφεσ. 6.13-18
[6] Πρβλ. Α' Κορ. 9.19-23: «Ἐλεύθερος γὰρ ὢν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτὸν ἐδούλωσα, ἵνα τοὺς πλείονας κερδήσω· καὶ ἐγενόμην τοῖς ᾿Ιουδαίοις ὡς ᾿Ιουδαῖος, ἵνα ᾿Ιουδαίους κερδήσω· τοῖς ὑπὸ νόμον ὡς ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον κερδήσω· τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὢν ἄνομος Θεῷ, ἀλλ᾿ ἔννομος Χριστῷ, ἵνα κερδήσω ἀνόμους· ἐγενόμην τοῖς ἀσθενέσιν ὡς ἀσθενής, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδήσω· τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσω. Τοῦτο δὲ ποιῶ διὰ τὸ εὐαγγέλιον, ἵνα συγκοινωνὸς αὐτοῦ γένωμαι».
[7] Γ' Βασιλ. 18.11-12

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου