Η τιμή και η προσκύνηση των αγίων, η
σχέση των πιστών με τις ιερές τους
εικόνες και τα άγια λείψανα, αλλά και
αυτός ο τρόπος με τον οποίο τους
επικαλούμαστε και πιστεύουμε στην
μεσιτεία τους προς τον Θεό και λαμβὰνουμε
τις θείες δωρεές, αποτελεί ένα από τα
μοναδικά χαρακτηριστικά της Ορθοδοξίας,
μιας που οι Ρωμαιοκαθολικοί περιορίζουν
τις ως άνω εκδηλώσεις στο πρόσωπο της
Παναγίας, ενώ οι Προτεστάντες τις
απορρίπτουν συλλήβδην. Ένα από τα
αρχαιότερα κείμενα, το οποίο μάλιστα αποτυπώνει με ευσύνοπτο τρόπο την ορθόδοξη
θεολογία αναφορικά με το ζήτημα,
διατυπώνει με ενάργεια ο Άγιος Γρηγόριος
Νύσσης στην ομιλία του στον Άγιο
μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο, το οποίο
παρουσιάζουμε σε νεοελληνική απόδοση,
ενώ ακολουθεί και το πρωτότυπο κείμενο.
Και αφού λοιπόν συγκεντρώσετε
το νου σας αναλογισθείτε, ακόλουθοι της
καθαράς αυτής θρησκείας και φιλομάρτυρες,
τι αξία έχει ο δίκαιος και πόσων αξιώνεται
αμοιβών (και εννοώ τις εγκόσμιες κι
εκείνες που μπορούμε να αντιληφθούμε,
μιας που κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί
την μεγαλοπρέπεια των αοράτων), και αφού
προσδιορίσετε τον καρπό της ευσεβείας,
γίνετε ζηλωτές των προτιμωμένων, και
επιθυμήστε τα βραβεία που επάξια διανέμει
ο Χριστός στους αθλητές. Και προηγουμένως,
αν θέλετε, μιας που ακόμα δεν έχει έλθει
η ώρα της απολαύσεως των μελλόντων
αγαθών, κατά την οποία η αγαθή ελπίδα
θα δοθεί στους δίκαιους όταν έλθει ο
κριτής της ζωής μας, ας δούμε προσεκτικά
την παρούσα κατάσταση των αγίων, πόσο
κάλλιστη και μεγαλοπρεπής είναι. Καθότι
η μεν ψυχή αφού ανέλθει (στους ουρανούς)
κατοικεί στον τόπο που της αρμόζει και
συνδιατρίβει ασωμάτως με τους ομοίους,
το δε σώμα, το σεμνό και ακηλίδωτο εκείνης
όργανο, επειδή δεν έβλαψε καθόλου με τα
δικά του πάθη εκείνη που κατοίκησε την
αφθαρσία, κείτεται σεμνά σε ιερό τόπο
συσταλέν με πολλή τιμή και φροντίδα,
σαν κάποιο κειμήλιο πολύτιμο φυλαγμένο
για τον καιρό της παλιγγενεσίας,
διαφέροντας ασύγκριτα από τα άλλα σώματα
τα οποία διαλύθηκαν έπειτα από κοινό
και ασήμαντο θάνατο, παρόλο που και αυτά
μετέχουν στην ίδια ύλη της ανθρώπινης
φύσης. Διότι τα άλλα λείψανα είναι
αηδιαστικά για τους περισσότερους και
κανείς δεν περνά με ευχαρίστηση από
τάφο, κι αν παρ' ελπίδα τύχει να ανοίξει
κάποιος, βλέποντας την ασχήμια του
περιεχομένου αφού γεμίσει από κάθε
αηδία και αφού αναστενάξει για την
ανθρωπότητα, φεύγει μακριά.
Όταν όμως έλθει κανείς σε έναν χώρο
όμοιο με τούτον εδώ που βρίσκεται σήμερα
η σύναξή μας, στον οποίο υπάρχει μνήμη
δικαίου και ιερό λείψανο, πρώτα βέβαια
από την μεγαλοπρέπεια όσων βλέπει
διδάσκεται η ψυχή του, βλέποντας την
οικία να έχει γίνει ναός του Θεού,
ανεγειρμένος με μεγαλοπρέπεια και με
περίτεχνα διακοσμημένος, όπου και ο
ξυλουργός έδωσε στο ξύλο τη μορφή ζώων
και ο λιθοξόος λείανε τα μάρμαρα σαν το
στιλπνό ασήμι. Κι ο ζωγράφος χρωμάτισε
τα άνθη της τέχνης περιγράφοντας σε
εικόνες τους άθλους του μάρτυρος, την
καρτερία, τους πόνους, τις θηριώδεις
μορφές των τυράννων, την έπαρσή τους,
εκείνη την φλογισμένη κάμινο, το μακάριο
τέλος του αθλητού, την αποτύπωση της
ανθρώπινης μορφής του αγωνοθέτη Χριστού,
και περίτεχνα με τα χρώματα εξωράισε
τον ναό σαν κάποιο λαμπρό περιβόλι και
μάς παρουσίασε και διηγήθηκε με σαφήνεια
τους αγώνες του μάρτυρος, σαν κάποιο
βιβλίο που μιλά· γιατί και η βουβή
ζωγραφιά στον τοίχο γνωρίζει να ομιλεί,
και να ωφελεί τα μέγιστα. Και ο τεχνίτης
των ψηφίδων ισάξιο διηγήσεως κατασκεύασε
το δάπεδο. Και μετά, αφού με αυτόν τον
τρόπο μέσω των αισθητών καλλιτεχνημάτων
η όψη γλυκάθηκε, επιθυμεί λοιπόν να
πλησιάσει και την λάρνακα, πιστεύοντας
ότι η επαφή αποτελεί αγιασμό και ευλογία.
Κι άμα στο εσωτερικό του τάφου βρεθεί
κάποια σκόνη, αυτό το χώμα λαμβάνεται
σαν δώρο και αποθησαυρίζεται σαν ιερό
κειμήλιο. Ενώ το να αγγίξει κανείς αυτό
το ιερό λείψανο, αν καταφέρει ποτέ να
του επιτραπεί, πόσο πολυπόθητο είναι
και δώρο υπέρτατης ευλογίας το γνωρίζουν
οι έμπειροι στα πνευματικά και πλήρεις
αυτής της επιθυμίας. Διότι σαν σώμα
ζωντανό και θαλερό οι βλέποντες
κατασπάζονται, επιστρατεύοντας τα
μάτια, το στόμα, την ακοή και όλες τις
αισθήσεις, κι έπειτα χύνοντας δάκρυα
πόθου και ευλαβείας αναπέμπουν ικεσία
στον μάρτυρα σαν να είναι παρών όλος
και ζωντανός, παρακαλώντας τον ως
παραστάτη του Θεού και ως παραλήπτη –
όταν θέλει - των δωρεών επικαλούμενοι.
Από όλα αυτά μάθετε, ο ευσεβης λαός,
ότι “Τίμιος ἐναντίον Κυρίου
ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ” (Ψαλμ.
115, 6). Ένα και το αυτό σώμα έχουν όλοι οι
άνθρωποι, του οποίου η σύνθεση προέρχεται
από την ίδια ύλη, αλλά το μεν ένα που
απλά πεθαίνει, απορρίπτεται σαν τυχαίο,
ενώ εκείνο που χαριτώθηκε από το πάθος
του μαρτυρίου με τον τρόπο αυτό είναι
ποθητό και έχει διπλή ιδιότητα, όπως
έδειξαν τα προηγούμανα λόγια. Γι αυτό
ας πιστέψουμε από αυτά που βλέπουμε στα
αόρατα, και από την εν τω κόσμω πείρα
στην επαγγελία των μελλόντων. Διότι
πολλοί, που θεραπεύουν την γαστέρα και
την κενοδοξία και τον εδώ συρφετό όλων
των παθών, δεν ενδιαφέρονται για το
μέλλον, αλλά νομίζουν ότι με το πέρας
του βίου τελειώνουν όλα. Αλλ' εσύ που
φρονείς διαφορετικά, μάθε καλά από τα
μικρά τα μεγάλα και από τις σκιές τα
αρχέτυπα.
(απόδοση στη Νεοεεληνική: π. Χερουβείμ
Βελέτζας)
Αγίου Γρηγορίου Νύσσης,
Ὲγκώμιον εὶς τόν μέγα μάρτυρα Θεόδωρον,
PG 46, 737-740
Καί μοι λοιπὸν τὸν νοῦν ἐπιστήσαντες
διασκέψασθε͵ οἱ τῆς καθαρᾶς ταύτης
θρησκείας ὑπηρέται καὶ φιλομάρτυρες͵
ἡλίκον χρῆμα δίκαιος͵ καὶ ὅσων
ἀξιοῦται τῶν ἀμοιβῶν (τῶν ἐγκοσμίων
τε͵ λέγω͵ καὶ τῶν παρ΄ ἡμῖν· τῶν γὰρ
ἀοράτων οὐδεὶς ἱκανὸς λογίσασθαι
τὴν μεγαλοπρέπειαν)· καὶ διορίσαντες
τὸν τῆς εὐσεβείας καρπὸν͵ ζηλώσατε
τῶν οὕτω προτιμωμένων τὴν γνώμην.
Ἐπιθυμήσατε δὲ τῶν γερῶν ἃ Χριστὸς
πρὸς ἀξίαν διανέμει τοῖς ἀθληταῖς.
Καὶ τέως͵ εἰ δοκεῖ͵ τῆς ἀπολαύσεως
τῶν μελλόντων ἀγαθῶν σχολαζούσης͵
ἣν ἐλπὶς ἀγαθὴ ταμιεύεται τοῖς
δικαίοις͵ ἡνίκα ἂν ὁ τῶν ἡμετέρων
βίων δικαστὴς ἐπιφοιτήσῃ͵ τὴν
παροῦσαν ἴδωμεν τῶν ἁγίων κατάστασιν͵
ὅπως καλλίστη ἐστὶ καὶ μεγαλοπρεπής.
Ψυχὴ μὲν γὰρ ἀνελθοῦσα περὶ τὸν
ἴδιον κλῆρον ἐμφιλοχωρεῖ͵ καὶ ἀσωμάτως
τοῖς ὁμοίοις συνδιαιτᾶται· σῶμα δὲ
τὸ σεμνὸν καὶ ἀκηλίδωτον ἐκείνης
ὄργανον͵ οὐδαμοῦ τοῖς ἰδίοις πάθεσι
βλάψαν τῆς ἐνοικησάσης τὴν ἀφθαρσίαν͵
μετὰ πολλῆς τιμῆς καὶ θεραπείας
περισταλὲν͵ σεμνῶς ἐν ἱερῷ τόπῳ
κατάκειται͵ ὥσπερ τι κειμήλιον
πολυτίμητον τῷ καιρῷ τῆς παλιγγενεσίας
τηρούμενον͵ πολὺ τὸ ἀσύγκριτον ἔχον
πρὸς τὰ ἄλλα τῶν σωμάτων͵ ἃ κοινῷ
καὶ τῷ τυχόντι διελύθη θανάτῳ͵ καὶ
ταῦτα ἐν ὁμοίᾳ ὕλῃ τῆς φύσεως. Τὰ
μὲν γὰρ ἄλλα τῶν λειψάνων͵ καὶ
βδελυκτὰ τοῖς πολλοῖς ἐστι͵ καὶ
οὐδεὶς ἡδέως παρέρχεται τάφον͵ ἢ
καὶ ἀνεῳγότι τυχὼν ἐκ τοῦ παραδόξου͵
ἐπιβαλὼν δὲ τὴν ὄψιν τῇ ἀμορφίᾳ
τῶν ἐγκειμένων͵ πάσης ἀηδίας
πληρωθεὶς͵ καὶ βαρέα καταστενάξας
τῆς ἀνθρωπότητος παρατρέχει.
Ἐλθὼν δὲ εἴς τι χωρίον ὅμοιον τούτῳ͵
ἔνθα σήμερον ὁ ἡμέτερος σύλλογος͵
ὅπου μνήμη δικαίου καὶ ἅγιον λείψανον·
πρῶτον μὲν τῇ μεγαλοπρεπείᾳ τῶν
ὁρωμένων ψυχαγωγεῖται͵ οἶκον βλέπων
ὡς Θεοῦ ναὸν͵ ἐξησκημένον λαμπρῶς
τῷ μεγέθει τῆς οἰκοδομῆς͵ καὶ τῷ
τῆς ἐπικοσμήσεως κάλλει͵ ἔνθα καὶ
τέκτων εἰς ζώων φαντασίαν τὸ ξύλον
ἐμόρφωσε͵ καὶ λιθοξόος εἰς ἀργύρου
λειότητα τὰς πλάκας ἀπέξεσεν. Ἐπέχρωσε
δὲ καὶ ζωγράφος τὰ ἄνθη τῆς τέχνης
ἐν εἰκόνι διαγραψάμενος͵ τὰς ἀριστείας
τοῦ μάρτυρος͵ τὰς ἐνστάσεις͵ τὰς
ἀλγηδόνας͵ τὰς θηριώδεις τῶν τυράννων
μορφὰς͵ τὰς ἐπηρείας͵ τὴν φλογοτρόφον
ἐκείνην κάμινον͵ τὴν μακαριωτάτην
τελείωσιν τοῦ ἀθλητοῦ͵ τοῦ ἀγωνοθέτου
Χριστοῦ τῆς ἀνθρωπίνης μορφῆς τὸ
ἐκτύπωμα͵ πάντα ἡμῶν ὡς ἐν βιβλίῳ
τινὶ γλωττοφόρῳ διὰ χρωμάτων
τεχνουργησάμενος͵ σαφῶς διηγόρευσε
τοὺς ἀγῶνας τοῦ μάρτυρος͵ καὶ ὡς
λειμῶνα λαμπρὸν τὸν νεὼν κατηγλάϊσεν·
οἶδε γὰρ καὶ γραφὴ σιωπῶσα ἐν τοίχῳ
λαλεῖν͵ καὶ τὰ μέγιστα ὠφελεῖν· καὶ
ὁ τῶν ψηφίδων συνθέτης͵ ἱστορίας
ἄξιον ἐποίησε τὸ πατούμενον ἔδαφος.
Καὶ τοῖς αἰσθητοῖς οὕτω φιλοτεχνήμασιν
ἐνευπαθήσας τὴν ὄψιν͵ ἐπιθυμεῖ
λοιπὸν καὶ αὐτῇ πλησιάσαι τῇ θήκῃ·
ἁγιασμὸν καὶ εὐλογίαν τὴν ἐπαφὴν
εἶναι πιστεύων. Εἰ δὲ καὶ κόνιν τις
δοίη φέρειν τὴν ἐπικειμένην τῇ
ἐπιφανείᾳ τῆς ἀναπαύσεως͵ δῶρον ὁ
χοῦς λαμβάνεται͵ καὶ ὡς κειμήλιον ἡ
γῆ θησαυρίζεται. Τὸ γὰρ αὐτοῦ τοῦ
λειψάνου προσάψασθαι͵ εἴ ποτέ τις
ἐπιτυχία τοιαύτη παράσχοι τὴν
ἐξουσίαν͵ ὅπως ἐστὶ πολυπόθητον͵
καὶ εὐχῆς τῆς ἀνωτάτω τὸ δῶρον͵
ἴσασιν οἱ πεπειραμένοι͵ καὶ τῆς
τοιαύτης ἐπιθυμίας ἐμφορηθέντες. Ὡς
σῶμα γὰρ αὐτὸ ζῶν καὶ ἀνθοῦν οἱ
βλέποντες κατασπάζονται͵ τοῖς
ὀφθαλμοῖς͵ τῷ στόματι͵ ταῖς ἀκοαῖς͵
πάσαις προσάγοντες ταῖς αἰσθήσεσιν͵
εἶτα τὸ τῆς εὐλαβείας καὶ τὸ τοῦ
πάθους ἐπιχέοντες δάκρυον͵ ὡς ὁλοκλήρῳ
καὶ φαινομένῳ τῷ μάρτυρι τὴν τοῦ
πρεσβεύειν ἱκεσίαν προσάγουσιν͵ ὡς
δορυφόρον τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντες͵
ὡς λαμβάνοντα τὰς δωρεὰς ὅταν ἐθέλῃ
ἐπικαλούμενοι.
Ἐκ τούτων πάντων͵ ὁ εὐσεβὴς λαὸς͵
καταμάθετε͵ ὅτι “Τίμιος ἐναντίον
Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ”.
Ἓν μὲν γὰρ καὶ τὸ αὐτὸ σῶμα πάντων
ἀνθρώπων͵ ἐξ ἑνὸς φυράματος ἔχον
τὴν σύστασιν· ἀλλὰ τὸ μὲν ἁπλῶς
ἀποθανὸν͵ ῥίπτεται ὡς τὸ τυχόν· τὸ
δὲ τῷ πάθει τοῦ μαρτυρίου χαριτωθὲν͵
οὕτως ἐστὶν ἐράσμιον καὶ ἀμφισβητήσιμον͵
ὡς ὁ προλαβὼν λόγος ἐδίδαξεν. Διὰ
τοῦτο πιστεύσωμεν ἐκ τῶν φαινομένων
τοῖς ἀοράτοις͵ ἀπὸ τῆς ἐν τῷ κόσμῳ
πείρας τῇ τῶν μελλόντων ἐπαγγελίᾳ.
Πολλοὶ γὰρ οἱ τὴν γαστέρα͵ καὶ τὴν
κενοδοξίαν͵ καὶ τὸν ἐνθάδε συρφετὸν
πάντων ἐπίπροσθεν ἄγοντες͵ οὐδὲν
ἡγοῦνται τὸ μέλλον· τῷ τέλει δὲ τοῦ
βίου συμπεραιοῦσθαι τὰ πάντα νομίζουσιν.
Ἀλλ΄ ὁ φρονῶν οὕτως͵ ἐκ τῶν μικρῶν
τὰ μεγάλα κατάμαθε͵ ἐκ τῶν σκιῶν τὰ
ἀρχέτυπα νόησον.
π. Χερουβείμ Βελέτζας
Απλά και Ορθόδοξα
Απλά και Ορθόδοξα