Κατά την ανάγνωση του αποστολικού αναγνώσματος της Κυριακής της Τυρινής συνήθως περνάμε γρήγορα το πρώτο μέρος της περικοπής και εστιάζουμε την προσοχή μας στο δεύτερο, μιας που συνδέεται άμεσα με τη νηστεία και τα λοιπά. Εξάλλου εμείς είμαστε ηθικοί άνθρωποι, τηρούμε όσα περιγράφουν: «Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾿ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (Ρωμ 13, 12-14).
Τα έργα του σκότους είναι φορτίο βαρύ για την ψυχή, γιαυτό λέει να τα αποθέσουμε. Αντιθέτως, τα έργα του φωτός όχι μόνο δεν καταβάλλουν τον άνθρωπο, αλλά τον ενισχύουν έναντι των προσβολών του εχθρού, και γιαυτό τα παρομοιάζει με όπλα αμυντικά, προς ένδυση. Βέβαια, σαν καλοί χριστιανοί, ούτε καλλωπιζόμαστε ούτε μεθάμε ούτε ασελγούμε ούτε έριδες προκαλούμε ούτε σαρκικές επιθυμίες επιμελούμαστε. Προσπαθούμε να περπατάμε στο φως του Χριστού και συμμετέχουμε των Μυστηρίων της Εκκλησίας ώστε όντως να ενδυθούμε τον Χριστό.
Ας δούμε το χωρίο ξανά. Με τις κώμαις και μέθαις ο Απ. Παύλος υποδηλώνει την φιλαυτία, με τις κοίταις (=κρεβάτια) και ασελγείαις υπονοεί την φιληδονία και με την έριδα και τον ζήλο φανερώνει την φιλαρχία, τα τρία κακά τα οποία κατά τους Πατέρες ταλαιπωρούν τους χριστιανούς. Την φιλαργυρία την αφήνει στη άκρη επειδή η κοινοκτημοσύνη ήταν κανόνας στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες είτε γιατί μπορεί κάλλιστα να ενταχθεί στην φιλαυτία, μαζί με τις άλλες αμαρτίες που ικανοποιούν την σάρκα.
Και μιας που είπα «σάρκα», στην Καινή Διαθήκη η λέξη αυτή δεν σημαίνει την υλική φύση του ανθρώπου, το σώμα του ή τις ανάγκες και επιθυμίες που αυτό γεννά (όπως δηλαδή χρησιμοποιήθηκε στην προηγούμενη πρόταση). Μια τέτοια θεώρηση οδηγεί ευθέως στον μανιχαϊσμό. Άσε που «σάρκες» λέμε γενικά τα διαμελισμένα σώματα των νεκρών ζώων... πώς θα μπορούσε ο Χριστός να αποκαλεί «σάρκες» τα έργα των χειρών Του, την φύση που προσέλαβε για να σώσει άπαν το ανθρώπινο φύραμα; Όταν ο Χριστός, οι Απόστολοι, η Εκκλησία (ως σώμα Χριστού) αναφέρεται στη σάρκα, εννοεί αυτό που λέμε σαρκικό φρόνημα ή κοσμικό φρόνημα.
Επομένως, ο Απόστολος Παύλος καλεί πρώτον να ξεφορτωθούμε τα έργα του σκότους, φιλαυτία - φιληδονία - φιλαρχία, και να ενδυθούμε τα όπλα του φωτός, να ενδυθούμε τον ίδιο τον Χριστό και να μην ασχολούμαστε με την ικανοποίηση επιθυμιών που προκαλούνται ή οφείλονται στο κοσμικό φρόνημα.
Αν ήμασταν όντως «καλοί χριστιανοί» (όρος παραπλανητικός, διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό ή δεν είσαι, ή είσαι αγωνιστής ή δεν είσαι και άρα είσαι υποκριτής) γιατί βλέπουμε ανάμεσά μας, ανάμεσα στα μέλη του σώματος του Χριστού, να φωλιάζουν ζήλιες, έριδες, πρωτοκαθεδρίες, φτώχεια, μιζέρια, κουτσομπολιά, φιλοχρηματίες, σπατάλες, διασκεδάσεις, ευτέρποντα νηστήσιμα γεύματα και όλα τα καλά που στολίζουν τον κοσμικόφρονα κόσμο; Είτε κληρικοί είμαστε, είτε λαϊκοί. είτε γονείς, φίλοι, πατέρες, αδελφοί, Πνευματικοί, δεν έχει σημασία τι είμαστε, όταν στην πράξη συσχηματιζόμαστε με το κοσμικό φρόνημα δεν προκαλούμε απλά φθορά στην δική μας ψυχή, αλλά φθείρουμε το σώμα του Χριστού.
Το πώς θα ντυθούμε τον Χριστό το λέει ο Απ. Παύλος στους αμέσως προηγούμενους στίχους, τους οποίους δυστυχώς δεν διαβάζουμε την Κυριακή της Τυρινής. Τα όπλα του φωτός δεν είναι άλλα από την αγάπη, μιας που «ἡ ἀγάπη τῷ πλησίον κακὸν οὐκ ἐργάζεται· πλήρωμα οὖν νόμου ἡ ἀγάπη» (Ρωμ. 13,10).
Άντε να βγάλεις Σαρακοστή χωρίς την πανοπλία της Αγάπης...