Η πρόκληση των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας
και η στάση μας ως χριστιανών*
και η στάση μας ως χριστιανών*
Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι ζούμε στην εποχή της αποθέωσης της τεχνολογίας· από την κατάκτηση του διαστήματος και τον «πόλεμο των άστρων» έχουμε ήδη περάσει στην ευρεία διάδοση και χρήση των τεχνολογιών επικοινωνίας – τηλεόραση, ίντερνετ, κινητή τηλεφωνία κλπ – και στον επακόλουθο «πόλεμο της πληροφορίας». Άλλοι γοητεύονται από τις νέες δυνατότητες, άλλοι τις βλέπουν με καχυποψία ή ακόμα ως απειλή, οι πάντες όμως, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, τις χρησιμοποιούμε καθημερινά. Το ερώτημα της χρήσης της τεχνολογίας εν γένει, έχει σαφώς κοινωνιολογικές, ηθικές, ψυχολογικές, φιλοσοφικές και θεολογικές διαστάσεις. Στον ίδιο παρονομαστή βρίσκονται και οι τεχνολογίες της επικοινωνίας· αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο αυτές χαρακτηρίζονται ήδη από τον τίτλο αυτής της εισηγήσεως ως «πρόκληση», μιας που καλούμαστε να προσδιορίσουμε το μέτρο της χρήσης αυτών των τεχνολογιών και το όριο της κατάχρησης.
Ενδεικτικό της σοβαρότητας του ζητήματος, αλλά και της σύγχυσης με την οποία συχνά το αντιμετωπίζουμε, είναι σχετικό ερώτημα που τέθηκε πρόσφατα από το περιοδικό «Εφημέριος». Σάς μεταφέρω ένα απόσπασμα: «Κατά πόσο είναι απαραίτητη η τεχνολογία στις ζωές των χριστιανών, για να φέρει πιο κοντά τον ένα με τον άλλο, ώστε να μάθουν καινούρια πράγματα και να ζήσουν κοινά βιώματα(;). Τελικά πρέπει να υπάρξει πλαίσιο και όρια για το πού σταματούν “οι μηχανές” και ο άνθρωπος ξαναβρίσκει τη συνέχειά του; Ζούμε σε μια εποχή συνεχών ἀνακατατάξεων, η μετανεωτερικότητα με τη μορφή της τεχνολογίας έχει εισβάλλει στις ζωές μας, στην καθημερινότητά μας, στις δουλειές μας, στο νου και στην ψυχή μας. Η τεχνολογία δίχως όρια ίσως συναποτελούσε μιας μορφής “αρμαγεδδώνα” για την πολιτισμική και πνευματική παράδοση του ανθρώπου. Η ανεπίγνωστη κατάχρηση της τεχνολογίας ίσως σημάνει τον μελλοντικό αφανισμό του...»
Όπως διαπιστώνουμε, το ερώτημα που ετέθη, ενώ ξεκινά με έναν ορθό προβληματισμό για το μέτρο της χρήσης των τεχνολογιών επικοινωνίας, στη συνέχεια παρασύρεται σε μια μανιχαϊστική θεώρηση του πράγματος καταλήγοντας σε δαιμονοποίηση της τεχνολογίας, η οποία φαντάζει ως εισβολέας, απειλητικός για την διαιώνιση του ανθρώπινου είδους. Και τούτο, επειδή κινείται επάνω στο λαθεμένο δίπολο «πίστη ή επιστήμη;», το οποίο ταλάνισε την ανθρώπινη σκέψη επί αιώνες και ασυναίσθητα υπαγορεύει ερωτήματα παρόμοιου τύπου στους σύγχρονους ανθρώπους, τόσο στους εντός όσο και στους εκτός Εκκλησίας. Η απάντηση, όμως, στα ερωτήματα που θέτει η χρήση της τεχνολογίας, δεν μπορεί να κινείται στο δίπολο άσπρο-μαύρο· αν μπούμε σε αυτή τη λογική, τότε είμαστε υποχρεωμένοι να απορρίψουμε είτε την τεχνολογία στο σύνολό της, ως έργο του διαβόλου, είτε την πίστη μας, ως αναχρονιστική και εξωπραγματική. Υπάρχει άραγε κανείς που απορρίπτει τα επιτεύγματα της αρχιτεκτονικής; ή που δεν βλέπει τηλεόραση; ή που δεν αποδέχεται την ιατρική; ή που θεωρεί τον ηλεκτρισμό ως έργο του διαβόλου; Από τα παραδείγματα αυτά καταλαβαίνουμε πόσο εξωπραγματικός και με ολέθριες συνέπειες είναι αυτός ο τρόπος σκέψεως. Ολέθριος, γιατί όποιος εγκλωβιστεί σε αυτόν, καταδικάζει τον εαυτό του να ζήσει στην εποχή των σπηλαίων· και εξωπραγματικός, γιατί εάν ερευνήσει στην ελληνική γραμματεία, τη φιλοσοφική και τη χριστιανική, θα διαπιστώσει την παντελή απουσία αυτού του τρόπου σκέψεως.
Η τεχνολογία, επομένως, δεν είναι κάποιο θηρίο που ήρθε απ' έξω, αλλά αποτελεί επίτευγμα της επιστήμης, δηλαδή της ανθρώπινης γνώσης. Η επιστήμη πάλι, κατά τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής[1] και των Πατέρων της Εκκλησίας[2], αποτελεί αγαθό, δώρο του Θεού στον άνθρωπο και δεν είναι απορριπτέα. Εκείνο που ελέγχεται, κατά περίπτωση, είναι η ορθή χρήση της τεχνολογίας που απορρέει από την επιστήμη. Έτσι, η μεν ορθή χρήση επαινείται, η δε υπερβολή απορρίπτεται. Στον κανόνα αυτό εντάσσεται και η σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία· αποτελεί ένα ακόμη ανθρώπινο εργαλείο, όπως ο τροχός, ο ηλεκτρισμός, το μαχαίρι. Η φύση της τεχνολογίας, ως εφαρμοσμένη γνώση, είναι καλή, ενώ σε πνευματικό επίπεδο δεν είναι ούτε αγαθοεργός ούτε καταστροφική αλλά αδιάφορη, όπως δηλαδή και η φύση κάθε υλικού πράγματος. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι ακόμα και η διαδικτυακή επικοινωνία επιτυγχάνεται με τη χρήση της ύλης, καθότι συνίσταται στην εγγραφή δεδομένων σε μαγνητικά μέσα και την διαβίβαση αυτών μέσω της κίνησης φωτονίων μέσα από οπτικές ίνες ή ηλεκτρονίων μέσα από αγωγούς ηλεκτρισμού και μέσω των ραδιοκυμάτων. Επομένως, η χρήση της διαδικτυακής επικοινωνίας, όπως κάθε εργαλείου, δεν την καθιστά καλή ή κακή· εκείνη η οποία υπαγορεύει την αγαθή ή την πονηρή χρήση τους και οδηγεί σε καλές ή κακές πράξεις, με αντίστοιχες συνέπειες, είναι η προαίρεση του ανθρώπου που την χρησιμοποιεί. Ο χριστιανός, ως άνθρωπος εν τω κόσμω αλλ` ουχί εκ του κόσμου, δεν αντιδιαστέλλεται από τον κόσμο αλλά από το κοσμικό φρόνημα, δηλαδή από την προαίρεση η οποία κινείται ενάντια στην αγάπη και στο θέλημα του Θεού. Επομένως, ο χριστιανός δεν φοβάται και δεν δαιμονοποιεί ούτε την ύλη ούτε την τεχνολογία· χρησιμοποιεί την διαδικτυακή επικοινωνία στο βαθμό που διευκολύνει την διαπροσωπική επικοινωνία, γνωρίζει τα όριά της και δεν τη μεταχειρίζεται για αυτοπροβολή, κουτσομπολιό, κατάκριση ή ακόμα για ανήθικους ή εγκληματικούς σκοπούς. Άρα, αυτή καθαυτή η τεχνολογία της επικοινωνίας δεν απειλεί τον άνθρωπο, όπως δεν τον απειλεί ο τροχός ή το μαχαίρι· ο τρόπος που τη χρησιμοποιούμε και κυρίως η κατάχρησή της, όπως άλλωστε κάθε αμαρτία ως προϊόν της ανθρώπινης προαίρεσης, είναι το ζήτημα που στην ουσία μάς απασχολεί.
Οι τεχνολογίες της επικοινωνίας και οι δυνατότητες που παρέχουν
Όταν αναφερόμαστε στις τεχνολογίες της επικοινωνίας, εννοούμε το τηλέφωνο, την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, το διαδίκτυο· όλα αυτά τα μέσα εξυπηρετούν την ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνήσουν άμεσα, υπερβαίνοντας το εμπόδιο της απόστασης ή ακόμα την αδυναμία της φυσικής παρουσίας, πρόσωπο προς πρόσωπο. Ειδικά με την εξάπλωση του διαδικτύου, το οποίο πλέον μάς ακολουθεί παντού με τα νέου τύπου κινητά τηλέφωνα που είναι περισσότερο φορητοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές παρά τηλεφωνικές συσκευές, έχει διευρυνθεί η δυνατότητα να επικοινωνούμε με πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα, ανά πάσα ώρα και στιγμή, από όπου και αν βρισκόμαστε. Οι ιστοσελίδες και τα τα blog ενημερωτικού ή θρησκευτικού ή ιστορικού ή προσωπικού ή κάθε είδους περιεχομένου, το facebook, το youtube, το instagram, το tweeter, τα online παιχνίδια κλπ, είναι από τις πιο γνωστές εφαρμογές του διαδικτύου, αρκετές από τις οποίες οι περισσότεροι, και κατά κύριο λόγο οι νεώτερες γενιές, χρησιμοποιούμε σε καθημερινή βάση. Το κοινό χαρακτηριστικό όλων είναι η αμεσότητα και η ταχύτητα της επικοινωνίας, της αλληλεπίδρασης, της ανταλλαγής πληροφοριών, σκέψεων και ιδεών.
Οι ρυθμοί με τους οποίους ζούμε και εργαζόμαστε, συχνά μάς στερούν τον χρόνο για να βρεθούμε με γνωστούς και να επικοινωνήσουμε μαζί τους· οι τεχνολογίες της επικοινωνίας αναπληρώνουν αυτό το κενό, εξοικονομούν χρόνο, διευρύνουν τους ορίζοντες της επικοινωνίας. Έτσι, μπορούμε να συνομιλούμε με γνωστά και αγαπημένα πρόσωπα, ακόμα κι αν εκείνα βρίσκονται πολύ μακριά. Μάς παρέχεται επίσης η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μια εκδήλωση στην οποία δεν μπορούμε να παρευρεθούμε, μια ομιλία, ακόμα και μια Ιερή Ακολουθία ή μια Θεία Λειτουργία, παρόλο που στην τελευταία περίπτωση γινόμαστε θεατές εξ' αποστάσεως και όχι κοινωνοί των τελουμένων. Μπορούμε ακόμη να μάθουμε πράγματα για την πίστη μας, να βρούμε και να μελετήσουμε όλη την Πατερική γραμματεία, κείμενα κατηχήσεως στην Ορθοδοξία και γενικά να οικοδομηθούμε ως άνθρωποι πάνω σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης γνώσης και επιστήμης.
Προβλήματα και κατάχρηση
Η αμεσότητα της επικοινωνίας, η οποία επιτυγχάνεται με τη χρήση των αντίστοιχων τεχνολογιών, αποτελεί και την αχίλλειο πτέρνα της. Και τούτο, επειδή συχνά αντί να αντικαθιστά καταλήγει να υποκαθιστά την πρόσωπο προς πρόσωπο επικοινωνία. Η αναπλήρωση, δηλαδή, της ἀνάγκης να βρεθούμε με άλλους ανθρώπους και να επικοινωνήσουμε μαζί τους, μπορεί να δημιουργήσει το αίσθημα ότι δεν είναι απαραίτητο να βγούμε από το σπίτι· στο τέλος, αν δεν προσέξουμε, αυτού του είδους η επικοινωνία τείνει να μάς απομονώσει από φίλους και γνωστούς, αφού μάς αποστερεί τον χρόνο για να βρεθούμε στον ίδιο χώρο, απομειώνοντας ακόμα περισσότερο την φυσική παρουσία και επικοινωνία. Δεν είναι σπάνιο εξάλλου το φαινόμενο, σε μια παρέα που έχει συναντηθεί σε ένα σπίτι ή σε ένα δημόσιο χώρο, οι περισσότεροι να ασχολούνται με το κινητό τους τηλέφωνο, συνομιλώντας π.χ. στο facebook, αντί να συναναστρέφονται με τους φίλους τους που βρίσκονται στον ίδιο χώρο.
Ένα άλλο πρόβλημα της ηλεκτρονικής επικοινωνίας είναι συχνά η αδυναμία ταυτοποίησης του συνομιλητή μας. Πολλοί χρησιμοποιούν ψευδώνυμο ή επικοινωνούν ανώνυμα· αυτό δεν είναι εκ προοιμίου κακό, ωστόσο άλλο πράγμα είναι να συνομιλεί κανείς με ανθρώπους που γνωρίζει και άλλο με αγνώστους, πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται η οποιαδήποτε συνομιλία να προσλάβει προσωπικό χαρακτήρα. Για το ζήτημα αυτό, όπως και για πολλούς άλλους κινδύνους του διαδικτύου, η Αρχή Δίωξης ηλεκτρονικού Εγκλήματος κάνει επανειλημμένες υπενθυμίσεις, εφιστώντας την προσοχή όλων, και ειδικότερα των ανήλικων χρηστών. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία η ελεύθερη έκφραση θεωρείται ως κεκτημένο αγαθό και δεν διώκεται, είναι ερευνητέα τα αίτια που επιτάσσουν την ανωνυμία, είτε τη δική μας είτε των συνομιλητών μας.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτής της μορφής επικοινωνίας είναι ότι δίνει στον χρήστη την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του κόσμου. Η αποδοχή εκ μέρους των άλλων, είναι μια φυσική ανάγκη του ανθρώπου, ο τρόπος όμως με τον οποίο δικτυώνεται, δηλαδή συνδέεται, ο καθένας με τους άλλους, είναι διαφορετικός από ότι στην πραγματική επικοινωνία. Η διαφορά έγκειται, πρώτον, στον αριθμό· με το διαδίκτυο είναι πολύ εύκολο να αποκτήσει κανείς πολλές χιλιάδες «φιλων» και να συνδεθεί εικονικά με αυτούς, ενώ στην πραγματική ζωή ο αριθμός των φίλων, των συγγενών και των γνωστών μας ανέρχεται σε μερικές δεκάδες. Και δεύτερον, λόγω ακριβώς της ευκολίας που παρέχει ο μεγάλος αριθμός διασυνδέσεων, είναι ευκολότερο να αποφύγει κανείς κάθε αρνητική κριτική ή δυσάρεστη «συνάντηση», να απορρίψει ή να αγνοήσει συνομιλητές και να κατασκευάσει με τον τρόπο αυτό ένα εικονικό σύμπαν κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, στο οποίο ουσιαστικά καταπνίγεται κάθε διαφορετική φωνή και κάθε αντίλογος, που θα μπορούσαν να προσφέρουν ευκαιρίες για υγιή και ουσιαστικό διάλογο. Μια τέτοιου είδους «αποδοχή» όχι μόνο δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα, αλλά καθιστά τον άνθρωπο στάσιμο, αφού τον αποκόπτει από κάθε ευκαιρία εμπλουτισμού του τρόπου με τον οποίο σκέφτεται και κινείται.
Αποτελέσματα των παραπάνω αποτελούν, σε αρκετές περιπτώσεις, η αδυναμία πραγματικής επικοινωνίας και κοινωνικοποίησης, μέσω ενός εντεινόμενου κοινωνικού απομονωτισμού και μονισμού, η ελλιπής ενημέρωση, η φτωχότερη γλώσσα, το κλείσιμο στο εγώ, ο εθισμός, η κατάχρηση. Ακόμη, η χρήση των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας δίνει σε πολλούς την εντύπωση ότι έκαναν το χρέος τους απέναντι σε οποιαδήποτε πρόκληση ή πρόβλημα· «κάνουμε Like» στη φωτογραφία με το βρέφος που πνίγηκε στο Αιγαίο και νομίζουμε ότι με τον τρόπο αυτό εκφράζουμε συμπόνοια και αλληλεγγύη· Αλληλεγγύη όμως σημαίνει να βαστάζω το βάρος των άλλων, να καταβάλλω προσπάθειες, να τρέχω, να συνδράμω.
Και όλα αυτά, χωρίς να αγγίξουμε καν το μεγάλο κεφάλαιο που ονομάζεται ηλεκτρονικό έγκλημα ή ακόμη τα εγκλήματα που χαλκεύονται μέσω του διαδικτύου.
Το διαδίκτυο μάς προσφέρει τη δυνατότητα να φέρουμε στο σπίτι μας ό,τι κι αν επιθυμήσουμε· μοιάζει με μια πολυσύχναστη πλατεία, στην οποία υπάρχουν εκκλησιές, θέατρα, βιβλιοπωλεία, μουσεία και κάθε είδους καταστήματα και κυκλοφορούν κάθε είδους άνθρωποι. Στη δική μας επιλογή έγκειται το πού θα μπούμε και τί θα πάρουμε και με ποιους θα συναναστραφούμε. Όπως η πλατεία ή η αγορά δεν ευθύνονται για τους ανθρώπους που τις περιδιαβαίνουν, ομοίως και η τεχνολογία της επικοινωνίας δεν ευθύνεται για τον τρόπο με τον οποίο την χρησιμοποιούμε. Έχει τη δύναμη να προάγει την επικοινωνία, να ενημερώνει τον άνθρωπο γύρω από ό,τι τον ενδιφέρει και τον απασχολεί, να τον καλλιεργεί. Και όπως κάθε ανθρώπινο μέσο, έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει και τις εγγενείς παθολογίες του ψυχισμού ενός εκάστου, να τις διευρύνει, και να τις καθιστά δημόσιες.
Το «εκκλησιαστικό» διαδίκτυο
Εξειδικεύοντας στον χώρο της Εκκλησίας τα όσα είπαμε γενικά για το διαδίκτυο και τις σύγχρονες μεθόδους επικοινωνίας, εύκολα διαπιστώνουμε ότι δεν διαφέρει και πολύ από την εικόνα που ήδη περιγράψαμε. Αν και με κάποια καθυστέρηση, ο χώρος του διαδικτύου κατακλύζεται πλέον από άπειρες σελίδες θρησκευτικού -εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος, όπου ο καθένας μπορεί να βρει πολύτιμους θησαυρούς, όπως κείμενα Ορθοδόξου θεολογίας, απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα, βίους Αγίων, κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας (πολλά μάλιστα σε καλές νεοελληνικές μεταφράσεις), προβληματισμούς πάνω σε σύγχρονες καταστάσεις και προβλήματα, ομιλίες, εκπομπές, βιβλία, κηρύγματα κλπ. Φαντάζομαι πως δεν αμφιβάλλει κανείς ότι όλα αυτά αποτελούν ευλογία για τον καθένα που αναζητεί να οικοδομηθεί πνευματικά, να λάβει στήριγμα στην πνευματική του πορεία και να λάβει έγκυρες και εμπεριστατωμένες απαντήσεις. Όλες σχεδόν οι Μητροπόλεις διατηρούν ιστοσελίδα, πολλές ενορίες επίσης και πολλοί κληρικοί και θεολόγοι, καθιστώντας τρόπον τινά τον λόγο του Θεού πιο προσιτό και πιο εύκολο στο να διαδοθεί.
Από την άλλη μεριά, παρουσιάζονται οι ίδιοι κίνδυνοι· πολλοί κρύβουν την ταυτότητά τους πίσω από βαρύγδουπους τίτλους, προσφέροντας σε πολλές περιπτώσεις αμφιβόλου ποιότητος υλικό, το οποίο απευθύνεται κυρίως στο συναίσθημα των πιστών, χωρίς ουσιαστικά να καλλιεργείται η κατά Θεόν προκοπή, η οποία συνίσταται στην μετάνοια, στην εξομολόγηση, στη Θεία Ευχαριστία. «Θεολόγος δὲ πᾶς͵ καὶ ὁ μυρίαις κηλῖσι τὴν ψυχὴν στιγματίας», όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος[3], με αποτέλεσμα να μη δύναται ο απλός πιστός να διακρίνει εάν όσα διαβάζει ή ακούει είναι αληθινά ή όχι.
Επιπλέον, έχει γεμίσει το διαδίκτυο με «προφητείες» κεκοιμημένων και εν ζωή «αγίων», ενσπείροντας φόβους ή καλλιεργώντας έωλες προσδοκίες, λες και οι Άγιοι ή ο Θεός ενδιαφέρονται όχι για τη σωτηρία μας αλλά για να μάς πουν τι θα γίνει στο πολιτικό και στο εθνικιστικό επίπεδο ή αν θα ευημερήσουμε υλικά στην παρούσα ζωή. Πολλοί, επώνυμα ή ανώνυμα, κληρικοί και λαϊκοί, επιδίδονται στην αδιάκοπη αντιγραφή κειμένων, τα οποία αλιεύουν στο διαδίκτυο, με μοναδικό σκοπό την αύξηση της επισκεψιμότητας των σελίδων τους ή την προσωπική τους προβολή.
Αντί να κοιτάζουμε να οικοδομήσουμε τον έσω άνθρωπο, κατά κύριο λόγο επιδιώκουμε την αναγνώριση των άλλων, λιβανίζοντες εαυτούς ή συλλέγοντες αυτάρεσκα επαίνους ή συστρατευόμενοι σε «ομάδες» που καλλιεργούν τις ήδη εγγενείς παθογένειές μας. Έτσι, δεν λείπουν οι σελίδες που μοναδικό έργο τους έχουν την κατάκριση ή, επί το επιεικέστερο, την καταλαλιά εις βάρος των αμαρτωλών, των αιρετικών, ακόμα και της Εκκλησίας της οποίας είναι μέλη οι συντάκτες, οι αναγνώστες και οι σχολιαστές τους. Ή οι σελίδες που προβάλλουν υπέρμετρα επισκόπους, κληρικούς, λαϊκούς θεολόγους, και μάλιστα με ανούσιες αφορμές, όπως η τέλεση μιας Θείας Λειτουργίας ή μια κοσμική εκδήλωση. Ασχολούμαστε με το τί είπε ο ένας και τί είπε ο άλλος, κρίνουμε τα λεγόμενά τους με το αν είναι «γνωστή φίρμα» του εκκλησιαστικού ρεπορτάζ και όχι με γνώμονα την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, τρέχουμε να φωτογραφηθούμε δίπλα σε «επιφανείς», για νά 'χουν να λένε για μας γνωστοί και άγνωστοι. Λες και επίκεντρο της ζωής των χριστιανών δεν είναι ο Χριστός αλλά η εκάστοτε προβαλλόμενη προσωπικότητα.
Και μαζί με αυτό, καλλιεργείται ένα άνευ προηγουμένου κουτσομπολιό, όπου το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα άμφια των λειτουργών ή στα δώρα που αντηλλάγησαν ή στα δείπνα που παρετέθησαν, ή στον αριθμό των συμμετασχόντων κλπ. Και λέω άνευ προηγουμένου, γιατί από όσο μπορώ να θυμηθώ, παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας μου, πριν την εμφάνιση αυτών των μέσων δεν ασχολούμασταν οι χριστιανοί με τέτοια θέματα· γιαυτό και στην εκκλησιαστική μας ζωή επικρατούσε περισσή απλότητα και συνάμα περισσή ανθρωπιά.
Το διαδίκτυο στην ουσία αποκάλυψε ότι εμείς που θεωρούμε τον εαυτό μας παιδί της Εκκλησίας, κληρικοί και λαϊκοί, είμαστε σε μεγάλο βαθμό εξίσου ρηχοί με τον υπόλοιπο κόσμο, τον οποίο ασυστόλως κατακρίνουμε· κατέστησε δημόσια τα λάθη μας, τις παραλείψεις μας, τις ατέλειές μας και κυρίως την προσπάθειά μας να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα είτε στο όνομα του μιμητισμού, αφού «έτσι κάνουν όλοι», είτε προσπαθώντας να εφεύρουμε χωλαίνουσες«θεολογικές» δικαιολογίες.
Εκκλησιολογική θεώρηση
Όλα τα προηγούμενα αποτελούν εκφράσεις του κοσμικού φρονήματος· εάν ο κόσμος επιζητεί την ανθρώπινη δόξα, τη λάμψη, τον πλούτο, τη διαφήμιση, καλώς κάνει και δεν είναι δουλειά μας να τον κρίνουμε. Εν πάση περιπτώσει, τα κριτήρια τα δικά μας διαφέρουν από τα κριτήρια του κόσμου τούτου, αφού ο Χριστός μάς κάλεσε να σκεφτόμαστε και να ζούμε κατά Θεόν, να είμαστε το φως και το αλάτι του κόσμου. Κριτήριο και άξονας των πάντων είναι ο Χριστός, σε αυτόν προσβλέπουμε, αυτόν οφείλουμε να δείχνουμε, αυτόν να κηρύττουμε, με γνώμονα τον Χριστό να μετράμε τα πάντα.
Σε ό,τι αφορά στην τεχνολογία γενικά και ειδικότερα στην τεχνολογία της επικοινωνίας, από όσα ήδη έχουν αναφερθεί είναι φανερό ότι αποτελεί ένα αγαθό, ένα επίτευγμα του ανθρώπου, ένα εργαλείο, όπως ο τροχός, το μαχαίρι και οι κάθε λογής μηχανές. Η φύση της τεχνολογίας δεν είναι κακή, η χρήση της μπορεί να γίνει με καλό ή με κακό τρόπο· και καλή χρήση κάθε τεχνολογίας που προωθεί την επικοινωνία, γίνεται όταν έχουμε ως γνώμονά μας την κατά Θεόν προκοπή, τη δική μας και των αδελφών μας. Εάν η επικοινωνία συνίσταται στο λόγο, πώς πρέπει να ομιλούμε; μάς το λέει ο απόστολος Παύλος: «Ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω, τὸν καιρὸν ἐξαγοραζόμενοι. ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι»[4]. Επομένως, εφόσον δεν συνάδουν με την ιδιότητα του χριστιανού η καταλαλιά, η κατάκριση, το κουτσομπολιό, η φιλαυτία και η αυτοπροβολή, δεν είναι δυνατόν αυτά να χαρακτηρίζουν τα λόγια και την κάθε είδους επικοινωνία που έχουμε, δημόσια ή ιδιωτική, είτε σε σύναξη είτε με τη χρήση των νέων τεχνολογιών. Αν τη ζωή μας διέπει το πνεύμα του Χριστού, δεν γίνεται να μάς ενδιαφέρει η κολακεία των άλλων, των εγγύς ή των μακράν.
Ως χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε διάκριση, μέτρο, σύνεση· άλλο πράγμα είναι η πληροφόρηση του λαού του Θεού, άλλο η διαφήμιση, άλλο ο πορισμός. Πληροφόρηση είναι ένα σημαντικό γεγονός, ένα κάλεσμα σε προσευχή ή σε φιλανθρωπία· άλλως, δεν διαφέρουμε «τῶν γραμματέων τῶν θελόντων περιπατεῖν ἐν στολαῖς καὶ φιλούντων ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ πρωτοκλισίας ἐν τοῖς δείπνοις»[5].
Αν μάς ενδιαφέρει η αλήθεια του Ευαγγελίου, τότε ως χριστιανοί οφείλουμε να καταγγέλλουμε την αλήθειαν[6], όχι τον πλησίον ή τον αδελφό μας, πολλώ δε μάλλον δημόσια και κατά κύριο λόγο ανώνυμα. Όποιος ομιλεί την γλώσσα της αληθείας, όποιος ομολογεί Χριστόν, δεν έχει λόγο να κρύβεται στην ανωνυμία· στο θέμα αυτό, κάθε δικαιολογία και επιφύλαξη είναι εκ του πονηρού.
Αντιθέτως, η πρωτοβουλία πολλών κληρικών που διατηρούν προσωπικές ιστοσελίδες, οι οποίες έχουν ως έργο την διάδοση του λόγου του Ευαγγελίου, δεν είναι κατακριτέα· υπό τον όρο, βέβαια, να μην αποσκοπούν στην προσωπική προβολή. Τα όρια, ελπίζω, έχουν γίνει κατανοητά από τα προαναφερθέντα. Σε κάθε περίπτωση, κληρικοί και λαϊκοι, προτού ανοίξουμε το στόμα μας ας έχουμε κατά νου τα λόγια του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Καθαρθῆναι δεῖ πρῶτον, εἶτα καθᾶραι· σοφισθῆναι, καὶ οὕτω σοφίσαι· γενέσθαι φῶς, καὶ φωτίσαι· ἐγγίσαι Θεῷ, καὶ προσαγαγεῖν ἄλλους· ἁγιασθῆναι, καὶ ἁγιάσαι· χειραγωγῆσαι μετὰ χειρῶν, συμβουλεῦσαι μετὰ συνέσεως»[7].
Αντιμετώπιση των προβλημάτων
Πώς μπορούμε, λοιπόν, να θεραπεύσουμε τα προβλήματα που προκύπτουν από την κακή χρήση ή από την κατάχρηση των τεχνολογιών της επικοινωνίας; και, κυρίως, πώς θα προστατέψουμε τα παιδιά μας;
Τα προβλήματα που περιγράψαμε πιο πάνω, τόσο σε γενικό επίπεδο όσο και στο πνευματικό, οφείλονται κατά κύριο λόγο στην έλλειψη παιδείας και πνευματικής καλλιέργειας· διακρίνονται δε σε κοινωνικά, ψυχολογικά και πνευματικά. Ανάλογα με την περίπτωση, άλλα από αυτά μπορούν να τα αντιμετωπίσουν οι γονείς, άλλα οι Πνευματικοί και άλλα οι ειδικοί, Ψυχολόγοι και Κοινωνικοί Λειτουργοί. Η συνδρομή τους είναι πολύτιμη, ειδικά όταν ο καθένας αναγνωρίσει στον εαυτό του το πρόβλημα και θελήσει να απεμπλακεί από αυτό. Οι κάθε είδους απαγορεύσεις δεν λύνουν το πρόβλημα, απλά το αναστέλλουν πρόσκαιρα. Εκεί που μπορούμε να κάνουμε πολύ περισσότερα, είναι στον τομέα της πρόληψης, η οποία έχει δύο στάδια. Το πρώτο, είναι να κατανοήσουμε τις αρχές που διέπουν τη ζωή μας, και ειδικότερα τον τρόπο της επικοινωνίας μας σε πρώτο πρόσωπο και μέσω των τεχνολογιών. Και το δεύτερο, να εφαρμόσουμε αυτές τις αρχές στον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε με τα παιδιά μας και στον τρόπο που χρησιμοποιούμε αυτές τις τεχνολογίες, και έτσι να διαπαιδαγωγήσουμε πρώτα εμάς κι έπειτα τα παιδιά μας.
Ποιές είναι αυτές οι αρχές; Πρώτη, η διάκριση ανάμεσα στο εικονικό και στο πραγματικό. Άλλο το διαδίκτυο, άλλο η ίδια η ζωή· αλίμονο αν η ζωή μας περιορίζεται σε τέσσερις τοίχους, σε μία οθόνη, σε ένα ακουστικό. Γιατί τότε χάνουμε την επαφή με την πραγματικότητα, αλλά και με τους ανθρώπους του άμεσου περιβάλλοντός μας. Δεύτερη, η σπουδαιότητα της φυσικής προσωπικής επαφής και επικοινωνίας. Η συνομιλία εξ αποστάσεως, ακόμα και με γνωστά μας πρόσωπα, δεν μπορεί να συγκριθεί με την εκ του σύνεγγυς, όπου ακόμα και οι κινήσεις του σώματος, τα βλέμματα, τα μειδιάματα, μεταφέρουν ποικίλα μηνύματα αλληλεπιδρώντας καταλυτικά στον ψυχισμό μας. Τρίτη αρχή, το μέτρο της χρήσης των τεχνολογιών επικοινωνίας, το οποίο συνίσταται στην αναπλήρωση της φυσικής συνάντησης, όταν αυτή δεν είναι εφικτή, δίχως να μάς αποσπά από τη φυσιολογική ροή της ζωής μας και των δραστηριοτήτων που την χαρακτηρίζουν. Τέταρτη, η κατανόηση ότι άλλο είναι η αποδοχή των άλλων, και δη η εικονική, και άλλο η αγάπη, η οποία συμβαδίζει με την ταπείνωση, τη συγχωρητικότητα, την προσφορά, τον αγώνα, τη θυσία για τον πλησίον. Πέμπτη, το μέτρο γενικά στη ζωή μας, στις σκέψεις μας, στις επιθυμίες μας, στην εν γένει συμπεριφορά μας. «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐ πάντα συμφέρει. Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ' οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος»[8]· εκείνος που άγεται και φέρεται από τις επιθυμίες του, δεν θα αντισταθεί σε ό,τιδήποτε τού προσφερθεί, εύκολα και δίχως κόστος, μέσω του διαδικτύου.
Και τέλος, ως χριστιανοί, να μη λησμονούμε ότι δίχως Χριστό δεν ζει ο άνθρωπος και ο,τιδήποτε άλλο πέρα από το Χριστό, οποιαδήποτε κοσμική επιδίωξη ή απόλαυση, δόξα, λάμψη, πλούτη, ηδονές, αποτελούν σκύβαλα και ξυλοκέρατα.
π. Χερουβείμ Βελέτζας
---------------
* Ομιλία που εκφωνήθηκε στην Πανελλήνια Ένωση Γονέων, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου Ορθοδόξου Κατηχήσεως, την 31-1-2016.
[1] «Καὶ ἐκάλεσεν Μωυσῆς Βεσελεηλ καὶ Ελιαβ καὶ πάντας τοὺς ἔχοντας τὴν σοφίαν, ᾧ ἔδωκεν ὁ θεὸς ἐπιστήμην ἐν τῇ καρδίᾳ, καὶ πάντας τοὺς ἑκουσίως βουλομένους προσπορεύεσθαι πρὸς τὰ ἔργα ὥστε συντελεῖν αὐτά». Έξ. 36.2· «οὗτος ὁ θεὸς ἡμῶν, οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν. ἐξεῦρεν πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης καὶ ἔδωκεν αὐτὴν Ιακωβ τῷ παιδὶ αὐτοῦ καὶ Ισραηλ τῷ ἠγαπημένῳ ὑπ' αὐτοῦ· μετὰ τοῦτο ἐπὶ τῆς γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Βαρούχ 3.37.
[2] «Ὥσπερ ἑκάστη τῶν τεχνῶν βοήθεια ἡμῖν πρὸς τὸ τῆς φύσεως ἀσθενὲς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ κεχάρισται͵ οἷον γεωργία μὲν͵ ἐπειδὴ οὐκ ἐξαρκεῖ τὰ αὐτομάτως ἐκ τῆς γῆς φυόμενα πρὸς τὴν τῶν χρειῶν παραμυθίαν· ὑφαντικὴ δὲ͵ ἐπειδὴ ἀναγκαία ἡ τῶν σκεπασμάτων χρεία πρός τε τὸ εὔσχημον καὶ τὰς ἀπὸ τοῦ ἀέρος βλάβας͵ καὶ οἰκοδομικὴ ὁμοίως· οὕτω καὶ ἰατρική. Ἐπειδὴ τὸ ἐμπαθὲς ἡμῶν σῶμα ποικίλαις βλάβαις͵ ταῖς τε ἔξωθεν προσπιπτούσαις καὶ ταῖς ἔνδοθεν ἀπὸ τροφῶν συνισταμέναις͵ ὑπόκειται͵ καὶ πλεονασμοῖς καὶ ἐλλείψεσι καταπονεῖται͵ ἡ ἰατρικὴ τέχνη εἰς τύπον τῆς κατὰ ψυχὴν θεραπείας τὴν ἀπόθεσιν τοῦ περισσοῦ͵ καὶ τὴν τοῦ λείποντος πρόσθεσιν ὑποτιθεμένη ὑπὸ τοῦ πᾶσαν ἡμῖν τὴν ζωὴν οἰκονομοῦντος Θεοῦ συγκεχώρηται». Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατά πλάτος, 55, PG 10.1044.
[3] Περί τοῦ Ἅγίου Πνεύματος πρὸς τὸν ἐν ἁγίοις Ἀμφιλόχιον ἐπίσκοπον Ἰκονίου, κεφ. 30.
[4] Κολοσ. 4.5-6
[5] Λουκ. 20.46
[6] Βλ. Μ. Βασιλείου, ό.π. «...τὴν ἐλπίδα θέμενοι ἐπὶ τὴν βοήθειαν τοῦ Πνεύματος͵ ἐν πάσῃ παρρησίᾳ κατηγγείλαμεν τὴν ἀλήθειαν».
[7] PG 35.480
[8]A΄ Κορ. 6.12
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου